Φιντέλ Κάστρο: Ένας που τολμούσε να υψώσει το ανάστημα στον ιμπεριαλισμό όποιοι και αν ήταν οι συσχετισμοί



Ο άνθρωπος που αμφισβήτησε και ταπείνωσε συνολικά τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό δεν μπορούσε παρά να είναι το μόνιμο αντικείμενο του μίσους και της λύσσας της Δεξιάς όλης της υφηλίου. «Δι­δα­χτή­κα­με ότι δεν εκλι­πα­ρεί κα­νείς για ελευ­θε­ρία. Την κερ­δί­ζει με τη μα­τσέ­τα στο χέρι (…).  Δεν φο­βά­μαι τη φυ­λα­κή, ούτε, πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο, την οργή του μί­ζε­ρου δυ­νά­στη που πήρε τις ζωές των συ­ντρό­φων μου στη Μον­κά­δα. Κα­τα­δι­κά­στε με. Δεν με νοιά­ζει. Η Ιστο­ρία θα με δι­καιώ­σει». (Φι­ντέλ Κά­στρο: Απο­λο­γία στο δι­κα­στή­ριο, επί δι­κτα­το­ρί­ας Μπα­τί­στα, όπου δι­κα­ζό­ταν για την επί­θε­ση των εξε­γερ­μέ­νων φοι­τη­τών στους στρα­τώ­νες Μον­κά­δα)   Με τα πανιά κό­ντρα Κα­νέ­να αί­σθη­μα δεν είναι τόσο με­τα­δο­τι­κό ανά­με­σα στον κόσμο, όσο ο πα­νι­κός και η απο­θάρ­ρυν­ση. Μπρο­στά σε μια ήττα τα πιο απα­ραί­τη­τα εφό­δια, το κου­ρά­γιο, η αντο­χή, η από­φα­ση να πα­λέ­ψεις για να ανα­τρέ­ψεις την κα­τά­στα­ση, είναι, όπως φαί­νε­ται, και τα πιο δυ­σεύ­ρε­τα. Και όταν αυτά εμ­φα­νί­ζο­νται πλού­σια σε κά­ποιους αγω­νι­στές και αγω­νί­στριες, τότε ξέ­ρου­με πως  τού­τοι οι άν­θρω­ποι έχουν πε­ρά­σει ήδη την πρώτη με­γά­λη δο­κι­μα­σία, αυτήν της ηγε­σί­ας. Ο Φι­ντέλ Κά­στρο έδει­ξε αυτές τις ικα­νό­τη­τες σε μια σειρά κα­τα­στρο­φές και απο­θαρ­ρυ­ντι­κά επει­σό­δια, στο δρόμο του για την εξου­σία στην Κούβα. Μια στρα­τιω­τι­κή πα­νω­λε­θρία, αυτή της επί­θε­σης στη Μον­κά­δα, τη με­τα­μόρ­φω­σε σε πε­ρή­φα­νη πο­λι­τι­κή νίκη με την άφοβη στάση του στο δι­κα­στή­ριο της δι­κτα­το­ρί­ας.

 Κα­τό­πιν, εξό­ρι­στος στο Με­ξι­κό, ο Φι­ντέλ προ­τί­μη­σε να συλ­λη­φθεί από την αστυ­νο­μία μαζί με όλους τους συ­ντρό­φους του, για να γλυ­τώ­σουν τις δο­λο­φο­νι­κές από­πει­ρες από τους πρά­κτο­ρες του κου­βα­νού δι­κτά­το­ρα Μπα­τί­στα. Και εκεί, στις με­ξι­κά­νι­κες φυ­λα­κές, ορ­γα­νώ­σα­νε τα σχέ­διά τους για επι­στρο­φή στην Κούβα και την έναρ­ξη του ανταρ­το­πο­λέ­μου. Η επι­στρο­φή με το πλοιά­ριο «Γκράν­μα» δεν ήταν πε­ρισ­σό­τε­ρο ευ­τυ­χής. Από τους 82 επα­να­στά­τες που επέ­βαι­ναν, δια­σώ­θη­καν μέσα σε μια κό­λα­ση πυρός από το στρα­τό του Μπα­τί­στα μόνο οι 12, που κα­τά­φε­ραν με κόπο να φτά­σουν ως τα βουνά της Σιέρ­ρα Μα­έ­στρα. Θα πε­ρά­σουν τρία χρό­νια ασύλ­λη­πτων κα­κου­χιών για να κα­τα­φέ­ρουν να φτιά­ξουν αντάρ­τι­κο στρα­τό και να δια­λύ­σουν τις ένο­πλες δυ­νά­μεις του δι­κτά­το­ρα που στή­ρι­ζαν οι ΗΠΑ. Η σύ­γκρου­ση με τις ΗΠΑ Το κα­θε­στώς που εγκα­θί­δρυ­σαν οι αντάρ­τες στην Αβάνα, την 1η Γε­νά­ρη 1959, ξε­κί­νη­σε κά­ποιες προ­σε­κτι­κές φι­λο­λαϊ­κές με­ταρ­ρυθ­μί­σεις, όπως τη μεί­ω­ση κατά 50% των ενοι­κί­ων και μια πρώτη – και άτολ­μη – ανα­δια­νο­μή της γης, υπέρ των φτω­χών αγρο­τών και των ακτη­μό­νων και σε βάρος των γαιο­κτη­μό­νων.

 Όλα αυτά ήταν εξαι­ρε­τι­κά πε­ριο­ρι­σμέ­να βή­μα­τα, αν τα συ­γκρί­νει κα­νείς με τις με­ταρ­ρυθ­μί­σεις που έφερ­ναν ακόμη και δε­ξιές κυ­βερ­νή­σεις κατά και­ρούς στην Ευ­ρώ­πη. Όμως, για την «πίσω αυλή» των ΗΠΑ, οι κι­νή­σεις της κυ­βέρ­νη­σης του Φι­ντέλ ήταν απα­ρά­δε­κτοι εξ­τρε­μι­σμοί. Κι ενώ η αστι­κή τάξη της Κού­βας αρ­χί­ζει να φεύ­γει κατά κύ­μα­τα προς το Μαϊ­ά­μι, που απέ­χει από τις ακτές της Κού­βας όσο η Θήβα από την Αθήνα, οι ΗΠΑ αρ­χί­ζουν να σφίγ­γουν το λουρί. Αρ­χι­κά πε­ριο­ρί­ζουν δρα­στι­κά τις ει­σα­γω­γές ζά­χα­ρης, το μο­να­δι­κό εξα­γώ­γι­μο προ­ϊ­όν της Κού­βας. Κα­τό­πιν άρ­χι­σε ο πό­λε­μος νεύ­ρων και προ­πα­γάν­δας ενά­ντια στο κα­θε­στώς Κά­στρο και τέλος, το 1961, οι ΗΠΑ ορ­γα­νώ­νουν το φιά­σκο του Κόλ­που των Χοί­ρων, μια στρα­τιω­τι­κή από­βα­ση χι­λιά­δων μι­σθο­φό­ρων, με σκοπό την ανα­τρο­πή του Φι­ντέλ Κά­στρο. Η ει­σβο­λή ορ­γα­νώ­θη­κε από τη CIA και τον πρό­ε­δρο Κέν­νε­ντι, με ταυ­τό­χρο­νο βομ­βαρ­δι­σμό από την αμε­ρι­κά­νι­κη αε­ρο­πο­ρία. Αλλά τώρα είναι η σειρά των αντί­πα­λων του Φι­ντέλ να βιώ­σουν τη γεύση της πα­νω­λε­θρί­ας  και της συ­ντρι­βής. Και ενώ οι αυ­τουρ­γοί της ει­σβο­λής, αιχ­μά­λω­τοι όντας, εκλι­πα­ρούν για έλεος, οι ορ­γα­νω­τές τους από τις ΗΠΑ απλώς απο­ποιού­νται κάθε ευ­θύ­νη. Πραγ­μα­τι­κά, η κάθε ηγε­σία απο­δει­κνύ­ει την ποιό­τη­τά της στα δύ­σκο­λα… Αντί­θε­τα, η προ­σω­πι­κή στάση του Φι­ντέλ, όπως και του «Τσε» Γκε­βά­ρα και των υπό­λοι­πων ηγε­τών του κα­θε­στώ­τος, να πη­δή­ξουν σε ένα τανκ και να τρα­βή­ξουν αμέ­σως για το πεδίο της μάχης την ώρα που όλα παί­ζο­νταν, έδι­ναν ένα τε­λεί­ως άλλο δείγ­μα γρα­φής και εν­θου­σί­α­ζαν τους κα­τα­πιε­σμέ­νους όπου γης.

 Ο Δαβίδ είχε κα­τα­τρο­πώ­σει τον Γο­λιάθ και στρα­τιω­τι­κά και ηθικά… Από τις επό­με­νες μέρες μετά την ει­σβο­λή, το κα­θε­στώς της Κού­βας θα ανα­κη­ρύ­ξει τον εαυτό του ως «σο­σια­λι­στι­κό» και «μαρ­ξι­στι­κό». Σύ­ντο­μα θα γίνει και τυ­πι­κά σύμ­μα­χος της Σο­βιε­τι­κής Ένω­σης και μέλος του Συμ­φώ­νου Βαρ­σο­βί­ας… Η συμ­φο­ρά των μι­σθο­φό­ρων των ΗΠΑ στον Κόλπο των Χοί­ρων δεν ήταν το τε­λευ­ταίο επει­σό­διο στην κό­ντρα με την ηγε­σία του Φι­ντέλ. Αντί­θε­τα, ο πλή­ρης απο­κλει­σμός της Κού­βας, μέχρι τη δεύ­τε­ρη θη­τεία του Ομπά­μα, και οι εκα­το­ντά­δες από­πει­ρες δο­λο­φο­νί­ας του Φι­ντέλ Κά­στρο θα κρα­τή­σουν μισό αιώνα για να χα­λα­ρώ­σουν μόλις τα δυο τε­λευ­ταία χρό­νια. Ο άν­θρω­πος που αμ­φι­σβή­τη­σε και τα­πεί­νω­σε συ­νο­λι­κά τον αμε­ρι­κά­νι­κο ιμπε­ρια­λι­σμό δεν μπο­ρού­σε παρά να είναι το μό­νι­μο αντι­κεί­με­νο του μί­σους και της λύσ­σας της Δε­ξιάς όλης της υφη­λί­ου. Οι έξαλ­λοι πα­νη­γυ­ρι­σμοί των ακρο­δε­ξιών κου­βα­νών φυ­γά­δων στο Μαϊ­ά­μι και η απρο­κά­λυ­πτη εμπά­θεια και μνη­σι­κα­κία στην ανα­κοί­νω­ση του Ντό­ναλντ Τραμπ μόλις έγινε γνω­στός ο θά­να­τος του Φι­ντέλ, δί­νουν πολύ χλωμά το μέτρο της αδιάλ­λα­κτης εχθρό­τη­τας και απέ­χθειας των εκ­με­ταλ­λευ­τών όλου του πλα­νή­τη απέ­να­ντι στον ηγέτη της κου­βα­νέ­ζι­κης επα­νά­στα­σης. Όσα χρό­νια κι αν πε­ρά­σουν, ο Φι­ντέλ Κά­στρο θα ανή­κει αμε­τά­κλη­τα στο πάν­θεο των με­γά­λων επα­να­στα­τών που έκα­ναν το πέ­ρα­σμά τους από την Ιστο­ρία. Και τη μνήμη του Φι­ντέλ, όπως και την ίδια την Κούβα, οφεί­λου­με να την υπε­ρα­σπί­ζου­με απέ­να­ντι στον αμε­ρι­κά­νι­κο ιμπε­ρια­λι­σμό και απέ­να­ντι στο ρε­βαν­σι­σμό και τη μι­σαν­θρω­πία της Δε­ξιάς.

 Όμως, το αν  ανή­κει ο Φι­ντέλ Κά­στρο στη μαρ­ξι­στι­κή πα­ρά­δο­ση, το αν έχει την πα­ρα­μι­κρή σχέση με το σο­σια­λι­σμό το κα­θε­στώς της Κού­βας, είναι μια εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κή συ­ζή­τη­ση.   Πώς απο­τι­μού­με το κα­θε­στώς που ίδρυ­σε ο Φι­ντέλ; Το κα­θε­στώς που αντι­κα­τέ­στη­σε το Μπα­τί­στα, ήταν πραγ­μα­τι­κά επα­να­στα­τι­κό σε σχέση με το πα­ρελ­θόν. Μέσα σε μια πο­ρεία τριών – τεσ­σά­ρων  χρό­νων έδιω­ξε στο εξω­τε­ρι­κό -στις ΗΠΑ – το σύ­νο­λο της αστι­κής τάξης της Κού­βας και απαλ­λο­τρί­ω­σε ολό­κλη­ρη την πε­ριου­σία της. Πα­ράλ­λη­λα, πάρ­θη­καν πολλά μέτρα για τη βελ­τί­ω­ση της ζωής, της υγεί­ας και της παι­δεί­ας του πλη­θυ­σμού. Ακόμη πιο ση­μα­ντι­κό, έγινε ξε­κά­θα­ρα πα­ρά­νο­μη και απα­ρά­δε­κτη στην Κούβα κάθε ρα­τσι­στι­κή διά­κρι­ση σε βάρος των μαύ­ρων και των μι­γά­δων: αυτό ήταν πολύ ση­μα­ντι­κό βήμα σε μια χώρα που οι ρα­τσι­στι­κές δια­κρί­σεις είχαν πολύ ισχυ­ρά ερεί­σμα­τα, ακόμη  και μέσα σε μα­χη­τι­κά ερ­γα­τι­κά συν­δι­κά­τα.

 Όμως αυτό, από μόνο του, είναι «πο­λι­τι­κή» επα­νά­στα­ση, για να θυ­μη­θού­με έναν δη­μο­φι­λή ορι­σμό σε αρ­κε­τούς άκρι­τους υπο­στη­ρι­κτές του κου­βα­νι­κού κα­θε­στώ­τος. Ση­μαί­νει, σε απλά ελ­λη­νι­κά, μια ρι­ζο­σπα­στι­κή αλ­λα­γή στην κε­φα­λή του κρά­τους και της κοι­νω­νί­ας, δεν ση­μαί­νει πως οι κα­τα­πιε­σμέ­νοι πήραν στα χέρια τους την εξου­σία. Αυτό θα ήταν μια «κοι­νω­νι­κή» επα­νά­στα­ση, θα σή­μαι­νε πως οι ερ­γά­τες και οι ερ­γά­τριες της Κού­βας θα ορ­γά­νω­ναν την πα­ρα­γω­γή με μα­ζι­κές συ­νε­λεύ­σεις που θα εκλέ­γα­νε άμεσα ανα­κλη­τούς αντι­προ­σώ­πους και μέσα σε μια πα­θια­σμέ­νη και πλα­τειά συ­ζή­τη­ση θα απο­φα­σι­ζό­ταν το που τρα­βά­ει οι­κο­νο­μι­κά και πο­λι­τι­κά η χώρα. Θα σή­μαι­νε πως η ερ­γα­τι­κή τάξη θα είχε αντι­κα­τα­στή­σει την αστι­κή στην Κούβα. Ακόμη θα σή­μαι­νε πως το νέο κα­θε­στώς θα μπο­ρού­σε να κρα­τη­θεί στην εξου­σία μόνο απλώ­νο­ντας την ερ­γα­τι­κή Επα­νά­στα­ση σε μια σειρά χώρες.

 Αυτό, με έναν τρόπο, το είχε διαι­σθαν­θεί και ο Τσε Γκε­βά­ρα, όταν κα­λού­σε τους λαούς της Λα­τι­νι­κής Αμε­ρι­κής και του κό­σμου να δη­μιουρ­γή­σουν «ένα, δύο, πολλά Βιετ­νάμ». Γιατί η επα­νά­στα­ση είναι σαν το πο­δή­λα­το, όπως έλεγε ο Τσε, αν δεν προ­χω­ρή­σει θα πέσει… Η κου­βα­νέ­ζι­κη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα δεν είχε καμία στιγ­μή σχέση με την ει­κό­να της ερ­γα­τι­κής επα­νά­στα­σης. Από την πρώτη στιγ­μή, το κα­θε­στώς του Κά­στρο ήταν πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο η παρέα του Ρο­μπέν των Δασών που βρέ­θη­κε από μια τυ­χαία συ­γκυ­ρία στην εξου­σία, παρά η ζω­ντα­νή πα­ρά­δο­ση της ερ­γα­τι­κής δη­μο­κρα­τί­ας. Στην αρχή το κα­θε­στώς Φι­ντέλ έκανε μια σύ­ντο­μη προ­σπά­θεια, το 1959 – 60, να συμ­βι­βα­στεί με την κου­βα­νι­κή αστι­κή τάξη και με την κυ­βέρ­νη­ση των ΗΠΑ, αλλά με κά­ποιες πα­ρα­χω­ρή­σεις προς τους πιο τα­πει­νούς κι από­κλη­ρους της κου­βα­νι­κής κοι­νω­νί­ας. Αυτό το σχέ­διο ναυά­γη­σε σύ­ντο­μα, και το κα­θε­στώς προ­χώ­ρη­σε στο εναλ­λα­κτι­κό σε­νά­ριο της οι­κο­δό­μη­σης του κρα­τι­κού κα­πι­τα­λι­σμού στην Κούβα, κατ΄ ει­κό­να και ομοί­ω­ση της Σο­βιε­τι­κής Ένω­σης και της Ανα­το­λι­κής Ευ­ρώ­πης. Η Κούβα με­τα­μορ­φώ­θη­κε σε αβύ­θι­στο αε­ρο­πλα­νο­φό­ρο του ρω­σι­κού στό­λου. Μαζί της η κου­βα­νέ­ζι­κη κοι­νω­νία κα­τρα­κύ­λη­σε σε μια μο­νο­κομ­μα­τι­κό πο­λί­τευ­μα, φο­βι­κό στις ελευ­θε­ρί­ες της ερ­γα­τι­κής τάξης και της νε­ο­λαί­ας. Το κα­θε­στώς του Φι­ντέλ Κά­στρο δεν έδει­χνε μίσος μόνο για τις ιδέες της Δε­ξιάς αλλά και εξαι­ρε­τι­κή εχθρό­τη­τα απέ­να­ντι σε ομο­φυ­λό­φι­λους, δια­νο­ού­με­νους όπως και αντι­πο­λι­τευό­με­νους κομ­μου­νι­στές. Μια νέα γρα­φειο­κρα­τία που απο­μυ­ζού­σε με τα προ­νό­μιά της τον κόσμο της ερ­γα­σί­ας ανα­δύ­θη­κε γύρω από τον Φι­ντέλ.

Ακόμη και ο πρώ­τος τη τάξει σκη­νο­θέ­της κι­νη­μα­το­γρά­φου της Κού­βας, ο Τόμας Γκου­τιέ­ρες Αλέα, κρι­τι­κός υπο­στη­ρι­κτής του κα­θε­στώ­τος Φι­ντέλ σε όλη τη ζωή του, έχει απο­δώ­σει αυτή την κα­τά­στα­ση με αρι­στουρ­γη­μα­τι­κές ται­νί­ες όπως το «Ο θά­να­τος ενός γρα­φειο­κρά­τη» (1966), «Φρά­ου­λες και σο­κο­λά­τα» (1993) κ.α. που ανα­δει­κνύ­ουν τούτη την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Μια πολύ πιο σκο­τει­νή πλευ­ρά του κα­θε­στώ­τος, αυτή των στρα­το­πέ­δων συ­γκέ­ντρω­σης για ομο­φυ­λό­φι­λους, καλ­λι­τέ­χνες και λοιπά «αντι­κοι­νω­νι­κά στοι­χεία», δίνει ο κου­βα­νός συγ­γρα­φέ­ας  Ρεϊ­νάλ­ντο Αρέ­νας στο κα­τα­πλη­κτι­κό βι­βλίο του «Πριν πέσει η νύχτα». Αυτό το πράγ­μα δεν μπο­ρεί να είναι σο­σια­λι­σμός, και δεν υπάρ­χει καμιά δι­καιο­λο­γία για την κα­τα­πί­ε­ση της σε­ξουα­λι­κής επι­θυ­μί­ας, αλλά και της ελευ­θε­ρί­ας έκ­φρα­σης των ερ­γα­τών και των ερ­γα­τριών, όσο και αν συ­νω­μο­τεί κι επι­βου­λεύ­ε­ται ο αμε­ρι­κά­νι­κος ιμπε­ρια­λι­σμός. Το αντί­θε­το! Μόνο η ερ­γα­τι­κή δη­μο­κρα­τία και η ελεύ­θε­ρη έκ­φρα­ση των κα­τα­πιε­σμέ­νων μπο­ρεί να εγ­γυ­η­θεί την ολό­πλευ­ρη συμ­με­το­χή τους στην υπε­ρά­σπι­ση της Επα­νά­στα­σης. Το κα­θε­στώς του Φι­ντέλ προ­τί­μη­σε να στη­ρι­χθεί στους πα­γε­ρούς γρα­φειο­κρά­τες της Ρω­σί­ας, και να πο­ρευ­τεί μαζί τους στην απί­στευ­τα τυ­χο­διω­κτι­κή πε­ρι­πέ­τεια των 13 ημε­ρών με τους ρω­σι­κούς πυ­ραύ­λους στην Κούβα που έφτα­σαν τον πλα­νή­τη ένα – κυ­ριο­λε­κτι­κά – πά­τη­μα κου­μπιού πριν από την πυ­ρη­νι­κή κα­τα­στρο­φή. Του­λά­χι­στον όμως, ο Φι­ντέλ Κά­στρο είχε τη δι­καιο­λο­γία πως αντι­με­τώ­πι­ζε τη με­γα­λύ­τε­ρη ιμπε­ρια­λι­στι­κή υπερ­δύ­να­μη του πλα­νή­τη κι έψα­χνε απελ­πι­σμέ­να για συμ­μά­χους, ακο­λου­θώ­ντας το πα­σί­γνω­στο – αλλά λα­θε­μέ­νο – ρητό «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου.  

Ένας ήρωας μέχρι που μπο­ρεί να φτά­σει; Ένας με­γά­λος επα­να­στά­της και ταυ­τό­χρο­να ένας άν­θρω­πος έξω από τα συ­νη­θι­σμέ­να είναι πλέον πα­ρελ­θόν. «Αλί­μο­νο στη χώρα που δεν έχει ήρωες» θρη­νού­σε στο έργο «Η ζωή του Γα­λι­λαί­ου» του Μπρε­χτ ο Αν­δρέ­ας, ένας απο­γοη­τευ­μέ­νος ρι­ζο­σπά­στης μα­θη­τής του Γα­λι­λαί­ου. «Όχι», απα­ντού­σε ψύ­χραι­μα ο Γα­λι­λαί­ος στον πρώην μα­θη­τή του, «αλί­μο­νο στη χώρα που χρειά­ζε­ται ήρωες». Ο Φι­ντέλ, με το εξαι­ρε­τι­κό του τα­πε­ρα­μέ­ντο, οδη­γή­θη­κε να ανα­με­τρη­θεί με το πιο τρο­μα­κτι­κό θηρίο του κό­σμου μας. Σαν ήρωας που ήταν ρί­χτη­κε στην πιο απελ­πι­σμέ­νη από­φα­ση, να αντι­με­τω­πί­σει τη φωτιά και τη λύσσα του αμε­ρι­κά­νι­κου ιμπε­ρια­λι­σμού με εφό­διο τον όγκο του πάγου της ρώ­σι­κης γρα­φειο­κρα­τί­ας.

 Όμως τη μάχη απέ­να­ντι και στις δυο ιμπε­ρια­λι­στι­κές μη­χα­νές μπο­ρούν να την κερ­δί­σουν μόνο οι τερ­μί­τες της ερ­γα­τι­κής τάξης, κι όχι οι λυ­κο­συμ­μα­χί­ες  μόνο οι συλ­λο­γι­κοί αγώ­νες και τα νέα όρ­γα­να εξου­σί­ας που θα φτιά­ξουν οι ερ­γά­τες και ερ­γά­τριες και όχι οι σιω­πη­ροί συμ­βι­βα­σμοί. Αλ­λιώς δεν έχει κα­νέ­να νόημα η ρήση του Μαρξ πως «η απε­λευ­θέ­ρω­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης είναι έργο της ίδιας». Αυτή την πα­ρά­δο­ση ανα­γνω­ρί­ζου­με εμείς: Την Κομ­μού­να του Πα­ρι­σιού και τη Ρώ­σι­κη Επα­νά­στα­ση, τα ερ­γα­τι­κά συμ­βού­λια όπως στη Χιλή του Αλ­λιέ­ντε  και στο Ιράν το 1979, στην Πορ­το­γα­λία το 1974-75 αλλά και στην Ουγ­γα­ρία το 1956. Και πάνω σ΄ αυτή την πα­ρά­δο­ση θα επι­χει­ρή­σου­με να προ­χω­ρή­σου­με πολύ πιο πέρα από το ση­μείο όπου σκαρ­φά­λω­σαν με το κου­ρά­γιο τους ο Φι­ντέλ και ο Τσε.



 πηγή:rproject.gr


Share on Google Plus

About Unknown

    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου