Το πολιτικό σύστημα έχει φτάσει σε ένα σημείο δίχως επιστροφή. Δε χρειάζεται να ειπωθούν πολλά πάνω σε αυτό. Και μόνο η αναφορά ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ στηρίζεται στις ψήφους ΝΔ, ΠΟΤΑΜΙ και ΠΑΣΟΚ για να περάσει το νέο μνημόνιο και, ταυτόχρονα, κανείς από την αντιπολίτευση δεν διανοείται να θέσει θέμα πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, ίσως να αποτελεί τον πλέον κατάλληλο «μάρτυρα» της νέας κατάστασης.
Ωστόσο, αν προσέξουμε λίγο περισσότερο, θα διαπιστώσουμε ότι σε πιο δύσκολη θέση και από την ίδια την κυβέρνηση έχει βρεθεί σύσσωμη η «μνημονιακή» αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση, αποφασίζοντας να φέρει στη Βουλή το νέο μνημόνιο, ήταν βέβαιο ότι θα προκαλούσε κάμποσες «εκρήξεις» στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είχε επενδύσει όλη την πολιτική του πορεία σε μια «αντιμνημονιακή» (δήθεν, όπως αποδείχθηκε) ρητορεία.
Με αυτήν την έννοια, δεν προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση το «όχι» ορισμένων βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, στην ψηφοφορία για το νέο μνημόνιο. Αντιθέτως, προκαλεί μεγάλη εντύπωση η κατάσταση στην αντιπολίτευση του «ΝΑΙ».
Οι ηττημένοι, «κέρδισαν»;
Το δημοψήφισμα και το αποτέλεσμά του δείχνει τις αιτίες των κινήσεων στην πολιτική σκακιέρα. Το 61,5% του «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα –και ενώ είχαν «πέσει» θεοί και δαίμονες, απειλώντας με έξοδο της χώρας από τη νομισματική ένωση‒ έδειξε πως η «Μεγάλη Ιδέα» της αστικής τάξης, δεν «περνάει» στην πλέον συντριπτική πλειοψηφία του λαού.
Η κυβίστηση ολκής της κυβέρνησης και του Τσίπρα την επομένη του δημοψηφίσματος, ερμηνεύοντας κατά το δοκούν το αποτέλεσμα και φέρνοντας μια συμφωνία χειρότερη και από εκείνη που μπήκε στο δημοψήφισμα, υλοποιώντας ένα πρωτοφανές «πραξικόπημα», δείχνει μόνο την «κάλπικη» νίκη των δυνάμεων του «ΝΑΙ». Η νίκη του ΟΧΙ μετατράπηκε σε νίκη του ΝΑΙ, όχι γιατί ο λαός το θέλησε, αλλά επειδή έτσι… ερμηνεύτηκε!
Συνεπώς, τα παραδοσιακά αλλά και νεότευκτα κόμματα της αστικής τάξης (ΝΔ, ΠΟΤΑΜΙ, ΠΑΣΟΚ) έχουν υποστεί μια συντριπτική ήττα στο επίπεδο της «βάσης». Η ρητορική τους έχει εκπέσει. Γι’ αυτό και χρειάζονται χρόνο για την εσωτερική τους αναδόμηση.
Η διαχείριση
Πώς είναι δυνατόν, όμως, μια κυβέρνηση να μην έχει –επί της ουσίας‒ τη δεδηλωμένη και όμως η αντιπολίτευση (και ιδιαίτερα η αξιωματική) να μην καταθέτει πρόταση μομφής;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει δύο προεκτάσεις, μία βραχυπρόθεσμη και μία μακροπρόθεσμη, οι οποίες και συνδέονται με δύο διαφορετικές προσεγγίσεις του ζητήματος.
Στην πρώτη περίπτωση, το πολιτικό «μπλοκ» του ΝΑΙ, όπως είδαμε, βρίσκεται σε οριακό σημείο και χρειάζεται να αναδιαμορφώσει την τακτική του. Αν κάποιο κόμμα, όμως, βρίσκεται στην πλέον δεινή θέση είναι η ΝΔ, ο βασικός δηλαδή πολιτικός πυλώνας του αστικού συστήματος. Με μια «δοτή» ηγεσία, με την έννοια ότι δεν έχει καμιά νομιμοποίηση από το κόμμα, αλλά και με έναν πολιτικό λόγο που είχε αγγίξει την «άκρα δεξιά», προσπαθεί να αναδιοργανωθεί. Καθόλου τυχαία ο νέος (διορισμένος από τον προηγούμενο) πρόεδρος της ΝΔ, επιχειρεί να αλλάξει την πολιτική ρητορική, «επενδύοντας» σε μια τακτική «συνεννόησης» με τον ΣΥΡΙΖΑ και στοχεύοντας στον λεγόμενο «μεσαίο χώρο». Με αυτόν τον τρόπο, δε θέλει μόνο να «κερδίσει» πολιτικό χρόνο που θα του επιτρέψει να μετατραπεί σε de facto ρυθμιστή στα εσωτερικά της ΝΔ. Κυρίως, επιδιώκει την άρση του αδιεξόδου πολιτικής, στην οποία έχει περιέλθει η αξιωματική αντιπολίτευση.
Η άρση αυτή, σχετίζεται με το δεύτερο σημείο: Η κυβερνητική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ μετατρέποντας το ΟΧΙ σε ΝΑΙ ‒πέρα από όλα τα άλλα‒ έδωσε και ένα νέο «στίγμα». Τη (σταδιακή) αστικοποίηση της κυβέρνησης. Με αυτήν την έννοια η ΝΔ, έχει κάθε συμφέρον να περιμένει τη «μετάλλαξη» του ΣΥΡΙΖΑ σε αστικό κόμμα. Αυτή η «μετάλλαξη», όχι μόνο εξασφαλίζει και διασφαλίζει τη διαιώνιση του στρατηγικού (μέχρι αυτήν τη στιγμή) στόχου της αστικής τάξης, δηλαδή της παραμονής στη ζώνη του ευρώ, αλλά, το κυριότερο, προσθέτει πολιτικά όπλα στη φαρέτρα της ΝΔ και του λεγόμενου στρατοπέδου του «ΝΑΙ». Άρα, επαναφέρει το όραμα της αστικής τάξης, στις λαϊκές συνειδήσεις ως το «μόνο υλοποιήσιμο» όραμα.
Εκλογές μόνο «όταν πρέπει»
Το πρόβλημα, λοιπόν, για το αστικό πολιτικό σύστημα είναι ότι με τη μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει αξιόπιστη εφεδρεία που θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί το «ρήγμα» που δημιουργήθηκε.
Συνεπώς, κυβέρνηση και «μπλοκ του ΝΑΙ», δεν έχουν άλλη επιλογή από το να περιμένουν την πλήρη ανασύνταξη των εσωτερικών τους δυνάμεων και την ολοκλήρωση των διεργασιών εντός των κομμάτων τους, δημιουργώντας έναν ιδιότυπο «συνασπισμό» προκειμένου να διασφαλιστεί ο στρατηγικός στόχος της αστικής τάξης (η λεγόμενη «ευρωπαϊκή προοπτική»), στον οποίο όλοι αυτοί έχουν προσχωρήσει.
Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν είναι διασφαλισμένη ούτε η αστική τάξη, ούτε κανένα πολιτικό κόμμα, έναντι ενός πιθανού Grexit, το οποίο παραμένει στο τραπέζι είτε ως απειλή είτε ως υπαρκτή πιθανότητα.
Με αυτήν την έννοια, πολλοί θα επιθυμούσαν η καυτή πατάτα να «σκάσει» στα χέρια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, παρά στα χέρια ενός «παραδοσιακού» κόμματος της αστικής τάξης…
Αν σας άρεσε το άρθρο κοινοποιήστε το και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!
Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη.
Ωστόσο, αν προσέξουμε λίγο περισσότερο, θα διαπιστώσουμε ότι σε πιο δύσκολη θέση και από την ίδια την κυβέρνηση έχει βρεθεί σύσσωμη η «μνημονιακή» αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση, αποφασίζοντας να φέρει στη Βουλή το νέο μνημόνιο, ήταν βέβαιο ότι θα προκαλούσε κάμποσες «εκρήξεις» στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είχε επενδύσει όλη την πολιτική του πορεία σε μια «αντιμνημονιακή» (δήθεν, όπως αποδείχθηκε) ρητορεία.
Με αυτήν την έννοια, δεν προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση το «όχι» ορισμένων βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, στην ψηφοφορία για το νέο μνημόνιο. Αντιθέτως, προκαλεί μεγάλη εντύπωση η κατάσταση στην αντιπολίτευση του «ΝΑΙ».
Οι ηττημένοι, «κέρδισαν»;
Το δημοψήφισμα και το αποτέλεσμά του δείχνει τις αιτίες των κινήσεων στην πολιτική σκακιέρα. Το 61,5% του «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα –και ενώ είχαν «πέσει» θεοί και δαίμονες, απειλώντας με έξοδο της χώρας από τη νομισματική ένωση‒ έδειξε πως η «Μεγάλη Ιδέα» της αστικής τάξης, δεν «περνάει» στην πλέον συντριπτική πλειοψηφία του λαού.
Η κυβίστηση ολκής της κυβέρνησης και του Τσίπρα την επομένη του δημοψηφίσματος, ερμηνεύοντας κατά το δοκούν το αποτέλεσμα και φέρνοντας μια συμφωνία χειρότερη και από εκείνη που μπήκε στο δημοψήφισμα, υλοποιώντας ένα πρωτοφανές «πραξικόπημα», δείχνει μόνο την «κάλπικη» νίκη των δυνάμεων του «ΝΑΙ». Η νίκη του ΟΧΙ μετατράπηκε σε νίκη του ΝΑΙ, όχι γιατί ο λαός το θέλησε, αλλά επειδή έτσι… ερμηνεύτηκε!
Συνεπώς, τα παραδοσιακά αλλά και νεότευκτα κόμματα της αστικής τάξης (ΝΔ, ΠΟΤΑΜΙ, ΠΑΣΟΚ) έχουν υποστεί μια συντριπτική ήττα στο επίπεδο της «βάσης». Η ρητορική τους έχει εκπέσει. Γι’ αυτό και χρειάζονται χρόνο για την εσωτερική τους αναδόμηση.
Η διαχείριση
Πώς είναι δυνατόν, όμως, μια κυβέρνηση να μην έχει –επί της ουσίας‒ τη δεδηλωμένη και όμως η αντιπολίτευση (και ιδιαίτερα η αξιωματική) να μην καταθέτει πρόταση μομφής;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει δύο προεκτάσεις, μία βραχυπρόθεσμη και μία μακροπρόθεσμη, οι οποίες και συνδέονται με δύο διαφορετικές προσεγγίσεις του ζητήματος.
Στην πρώτη περίπτωση, το πολιτικό «μπλοκ» του ΝΑΙ, όπως είδαμε, βρίσκεται σε οριακό σημείο και χρειάζεται να αναδιαμορφώσει την τακτική του. Αν κάποιο κόμμα, όμως, βρίσκεται στην πλέον δεινή θέση είναι η ΝΔ, ο βασικός δηλαδή πολιτικός πυλώνας του αστικού συστήματος. Με μια «δοτή» ηγεσία, με την έννοια ότι δεν έχει καμιά νομιμοποίηση από το κόμμα, αλλά και με έναν πολιτικό λόγο που είχε αγγίξει την «άκρα δεξιά», προσπαθεί να αναδιοργανωθεί. Καθόλου τυχαία ο νέος (διορισμένος από τον προηγούμενο) πρόεδρος της ΝΔ, επιχειρεί να αλλάξει την πολιτική ρητορική, «επενδύοντας» σε μια τακτική «συνεννόησης» με τον ΣΥΡΙΖΑ και στοχεύοντας στον λεγόμενο «μεσαίο χώρο». Με αυτόν τον τρόπο, δε θέλει μόνο να «κερδίσει» πολιτικό χρόνο που θα του επιτρέψει να μετατραπεί σε de facto ρυθμιστή στα εσωτερικά της ΝΔ. Κυρίως, επιδιώκει την άρση του αδιεξόδου πολιτικής, στην οποία έχει περιέλθει η αξιωματική αντιπολίτευση.
Η άρση αυτή, σχετίζεται με το δεύτερο σημείο: Η κυβερνητική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ μετατρέποντας το ΟΧΙ σε ΝΑΙ ‒πέρα από όλα τα άλλα‒ έδωσε και ένα νέο «στίγμα». Τη (σταδιακή) αστικοποίηση της κυβέρνησης. Με αυτήν την έννοια η ΝΔ, έχει κάθε συμφέρον να περιμένει τη «μετάλλαξη» του ΣΥΡΙΖΑ σε αστικό κόμμα. Αυτή η «μετάλλαξη», όχι μόνο εξασφαλίζει και διασφαλίζει τη διαιώνιση του στρατηγικού (μέχρι αυτήν τη στιγμή) στόχου της αστικής τάξης, δηλαδή της παραμονής στη ζώνη του ευρώ, αλλά, το κυριότερο, προσθέτει πολιτικά όπλα στη φαρέτρα της ΝΔ και του λεγόμενου στρατοπέδου του «ΝΑΙ». Άρα, επαναφέρει το όραμα της αστικής τάξης, στις λαϊκές συνειδήσεις ως το «μόνο υλοποιήσιμο» όραμα.
Εκλογές μόνο «όταν πρέπει»
Το πρόβλημα, λοιπόν, για το αστικό πολιτικό σύστημα είναι ότι με τη μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει αξιόπιστη εφεδρεία που θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί το «ρήγμα» που δημιουργήθηκε.
Συνεπώς, κυβέρνηση και «μπλοκ του ΝΑΙ», δεν έχουν άλλη επιλογή από το να περιμένουν την πλήρη ανασύνταξη των εσωτερικών τους δυνάμεων και την ολοκλήρωση των διεργασιών εντός των κομμάτων τους, δημιουργώντας έναν ιδιότυπο «συνασπισμό» προκειμένου να διασφαλιστεί ο στρατηγικός στόχος της αστικής τάξης (η λεγόμενη «ευρωπαϊκή προοπτική»), στον οποίο όλοι αυτοί έχουν προσχωρήσει.
Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν είναι διασφαλισμένη ούτε η αστική τάξη, ούτε κανένα πολιτικό κόμμα, έναντι ενός πιθανού Grexit, το οποίο παραμένει στο τραπέζι είτε ως απειλή είτε ως υπαρκτή πιθανότητα.
Με αυτήν την έννοια, πολλοί θα επιθυμούσαν η καυτή πατάτα να «σκάσει» στα χέρια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, παρά στα χέρια ενός «παραδοσιακού» κόμματος της αστικής τάξης…
Αν σας άρεσε το άρθρο κοινοποιήστε το και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!
Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου