Η ΜΥΡΙΑΜ ΘΥΜΑΤΑΙ ΤΗ ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ. Δεκαετία του '70: «Κάντε κάτι με αυτό το παιδί, όλο κουρέλια και τα μαλλιά στα μάτια, πώς θα πάει στον χορό του Αρσακείου σε αυτό το χάλι, έτσι είναι οι ντεμπιτάντ;». ΕΣΥ ΣΥΝΟΦΡΥΩΜΕΝΗ -ΣΥΝΕΧΙΣΕ Η ΜΥΡΙΑΜ- τη μούντζωνες πίσω από την πλάτη της, εκείνη δεν έβαζε γλώσσα μέσα, πώς είσαι έτσι, σκιάχτρο από την αδυναμία, σαν τσουβάλι πέφτει το φουστάνι του Κουρέζ πάνω στο φτωχό παιδί, κανείς δεν πρόκειται να το χορέψει, κανείς, ωραία φορέματα, άλλωστε, έφτιαχνε μόνο η Νίνα Ρίτσι... Και εμείς οι μικρές του μαγαζιού σπαζόμαστε που σε απόπαιρνε και που έδινε η φαντασμένη τα μπουρμπουάρ μας στον σοφέρ να μας τα μοιράσει επιδεικτικά. -«ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ, ΓΛΥΚΙΑ ΜΟΥ, πώς βγήκα Ευδοκία;» ρώτησα.
-«Αλλά η γιαγιά σου με τα μοβ μαλλιά και τα μεταξωτά», συνέχισε η Μύριαμ, «σου έλεγε μια φορά την ιστορία της γειτόνισσας με τα βρώμικα τζάμια, δυνατά να την ακούμε κι εμείς, μη γίνεις έτσι ποτέ, παιδί μου, σου έλεγε, θυμάσαι;». - «Θυμάμαι», είπα, «και αν με κουρέψεις γουλί, θα σου την ξαναπώ». Η ΙΣΤΟΡΙΑ: ΗΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ, ΜΙΚΡΕΣ, ΜΟΥ, μια γυναίκα. Στεκόταν στο παράθυρο και κοιτούσε το απέναντι σπίτι. «Έλα να δεις», είπε στον άντρα της. «Πόσο βρώμικα είναι τα τζάμια της απέναντι γειτόνισσας». «Όχι», είπε ο άντρας της. «Όχι, καλή μου. Νομίζεις πως τα τζάμια της γειτόνισσας είναι βρώμικα, γιατί τα βλέπεις μέσα από τα δικά σου, λερωμένα τζάμια...».
Αν σας άρεσε το άρθρο κοινοποιήστε το και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!
Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη.
Αν σας άρεσε το άρθρο κοινοποιήστε το και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!
Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου