Η βία αποτελεί ένα βασικό χαρακτηριστικό των ανθρωπίνων κοινωνιών. Υπάρχει σε κάθε εποχή, σε κάθε ιστορική και χρονική περίοδο και καθορίζει την ποιότητα ζωής και τις πράξεις των ανθρώπων. Η οικογένεια αποτελώντας έναν από τους βασικούς μηχανισμούς κοινωνικοποίησης του ατόμου συνιστά το στάδιο προετοιμασίας των ανηλίκων ατόμων για την ευρύτερη κοινωνία. Ωστόσο ως κυρίαρχος κοινωνικός μηχανισμός δεν μπορεί να μείνει ανέπαφος από το φαινόμενο της βίας. Συνέπεια της γενικότερης κυριαρχίας της βίας στην κοινωνία και στις ανθρώπινες σχέσεις, είναι η εκδήλωση της ενδοοικογενειακής βίας η οποία είναι ένα ιδιαίτερο και πολυσύνθετο κοινωνικό φαινόμενο.
Η ενδοοικογενειακή βία αποτελούσε κοινωνική κατάσταση, πολύ πριν αναγνωριστεί ως κοινωνικό πρόβλημα. Με τον όρο αυτό εννοούμε τη χρήση από το ένα μέλος της οικογένειας (δράστης) δύναμης ή εξουσίας προς ένα άλλο μέλος της (θύμα) προκαλώντας έτσι επιβλαβείς συνέπειες. Η βία η οποία ασκείται, μπορεί να είναι σωματική, σεξουαλική, λεκτική, ψυχολογική. Eπίσης μπορεί να λάβει ενεργητική μορφή (χτύπημα) και παθητική (παραμέληση).
Η αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών (χειραφέτηση των γυναικών, εξασθένιση της παραδοσιακής μορφής της οικογένειας, ανεργία) η τεχνολογική εξέλιξη και η αστικοποίηση, που συνέβαλε στην αλλαγή των παραδοσιακών προτύπων συμπεριφοράς σε συνδυασμό με την ένταση της προσοχής για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οδήγησε στην αναγνώριση της ενδοοικογενειακής βίας ως κοινωνικού προβλήματος.
Η παιδική κακοποίηση δεν αποτελεί απλά φαινόμενο της εποχής μας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο, άμεσα συνδεδεμένο με πολιτιστικούς και κοινωνικούς παράγοντες και εξαρτάται από τα εκάστοτε πρότυπα της κοινωνίας σχετικά με τους τρόπους ανατροφής, πειθαρχίας και συμπεριφοράς προς τα παιδιά. Το βασικό χαρακτηριστικό της παιδικής κακοποίησης είναι ακριβώς αυτό το γεγονός, δηλαδή ότι η βία μέσω όλων των μορφών με τις οποίες εκδηλώνεται, απευθύνεται σε παιδιά ,σε άτομα δηλαδή τα οποία δεν έχουν την δυνατότητα να υπερασπισθούν τον εαυτό τους και τα δικαιώματα τους. Βασική υποχρέωση της οικογένειας, είναι να φροντίζει και να προστατεύει τα παιδιά, καθώς επίσης και να παρέχει τα βασικά αγαθά, είτε υλικά είτε πνευματικά, τα οποία είναι απαραίτητα για την ηθική και πνευματική ολοκλήρωση κάθε νέου ατόμου. Βασική επίσης είναι και η παροχή του αισθήματος ασφάλειας και συναισθηματικής κάλυψης από τους γονείς προς το παιδί.
Στις οικογένειες στις οποίες εκδηλώνεται και αναπτύσσεται η βία και στη συνέχεια γίνεται καθεστώς, νοοτροπία και κώδικας συμπεριφοράς, οι παραπάνω ανάγκες δεν καλύπτονται. Το παιδί καλείται να προσαρμοσθεί σε ένα περιβάλλον κακοποίησης, καλείται να αναπτύξει το ίδιο μηχανισμούς προστασίας. Η όλη αυτή κατάσταση δημιουργεί πολλά προβλήματα στο παιδί, καθώς διαθέτοντας ένα ανώριμο ψυχολογικό σύστημα προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες διαβίωσης τις οποίες δημιουργεί το βίαιο οικογενειακό περιβάλλον. Τα αποτελέσματα της εμπειρίας αυτής του παιδιού, είναι η δημιουργία αισθημάτων φόβου, ντροπής, θλίψης, μειονεξίας. Οι επιπτώσεις χαρακτηρίζονται από μακρόχρονη διάρκεια, η ισχύς τους διατηρείται και μετά την ενηλικίωση του κακοποιημένου ατόμου και καθορίζουν πλέον την μετέπειτα ζωή του. Οι ψυχολογικές επιπτώσεις της κακοποίησης στο παιδί, στη συναισθηματική, συμπεριφορική και ευρύτερη ψυχολογική του εξέλιξη και ανάπτυξη είναι τεράστιες. Επιπλέον πρέπει να τονίσουμε την επίδραση της ενδοοικογενειακής βίας γενικά, στην συμπεριφορά του ατόμου ως ενήλικα πλέον. Θεωρείται πως τα παιδιά που έχουν υποστεί βίαιη συμπεριφορά, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να γίνουν και εκείνοι βίαιοι. Πρόκειται για τη διαγενεακή μετάβαση της βίαιης συμπεριφοράς ή όπως αλλιώς ονομάζεται «κύκλος της βίας».
Στις περισσότερες περιπτώσεις, δράστης είναι ο ένας γονιός (συνήθως ο πατέρας) ενώ ο άλλος (συνήθως η μητέρα) παραμένει απαθής και αμέτοχος, πλήρως υποταγμένος στον επιθετικό σύντροφο του. Οι γονείς οι οποίοι κακοποιούν τα παιδιά τους, χαρακτηρίζονται ως άτομα ανώριμα, με χαμηλή αυτοεκτίμηση, έντονες και συχνές εκρήξεις καθώς και αδυναμία ελέγχου του θυμού. Επιπλέον εκδηλώνουν έντονες προσδοκίες απέναντι σε άλλα μέλη της οικογένειας, καθώς και ιδιαίτερη αυστηρότητα. Το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας χαρακτηρίζεται ως διαταξικό, δηλαδή έχει πιθανότητες να εμφανιστεί σε όλων των ειδών τις κοινωνικές τάξεις.
Τα στατιστικά στοιχεία παρουσιάζουν μία γενικότερη αύξηση του φαινομένου τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες χώρες, ενώ δυστυχώς η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων πρόληψης και αντιμετώπισης χαρακτηρίζεται ως αδύναμη. Τα υπάρχοντα λιγοστά προγράμματα στερούνται ευελιξίας και φαντασίας, ενώ αφήνουν εκτεθειμένο ένα σημαντικό αριθμό παιδιών που βρίσκονται σε κίνδυνο και μεγαλώνουν μέσα σε δυσλειτουργικές, ακινητοποιημένες και ακατάλληλες οικογένειες.
Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι η στάση της πολιτείας απέναντι σε αυτό το ευαίσθητο ζήτημα κρίνεται ως αναποτελεσματική, καθώς οι παραπάνω παράγοντες σε συνδυασμό με τον ιδιαίτερα μεγάλο σκοτεινό αριθμό και την μη καταγγελία επιτρέπουν την διαιώνιση του προβλήματος με αποτέλεσμα την δημιουργία νέων βίαιων ατόμων. Η ενδοοικογενειακή βία είναι ένα ζήτημα το οποίο δεν αφορά μόνο την οικογένεια στην οποία εκδηλώνεται αλλά και ολόκληρη την κοινωνία, η οποία είναι συνυπεύθυνη μέσα από την απάθεια την οποία επιδεικνύει απέναντι σε τέτοιου είδους θέματα. Η συνδρομή της κοινωνίας στην αντιμετώπιση του προβλήματος κρίνεται απαραίτητη τόσο για την αφύπνιση των πολιτών όσο και για την «αυστηρή» αντιμετώπιση των παραβατών. Πρέπει να γίνει απ’ όλους κατανοητό ότι η βία, αποτελεί εξαιρετικά σοβαρό έγκλημα, ενώ η ανοχή της εκάστοτε κοινωνίας απέναντι της πρέπει να είναι μηδενική. Τέλος, η αντιμετώπιση των θυμάτων απαιτεί μεγάλη προσοχή, καθώς είναι άτομα που βρίσκονται σε τραγική θέση χωρίς ουσιαστικά να ευθύνονται. Η ζωή πολλών παιδιών μένει για πάντα στιγματισμένη από το φόβο, την απελπισία, την ανασφάλεια. Τις περισσότερες φορές δυστυχώς οι ανάγκες των παιδιών μένουν χωρίς απάντηση και αντιμετώπιση.
Και όμως τα σιωπηλά θύματα είναι εκείνα που έχουν την μεγαλύτερη ανάγκη φροντίδας και βοήθειας.
Αν σας άρεσε το άρθρο κοινοποιήστε το και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!
Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη.
Η ενδοοικογενειακή βία αποτελούσε κοινωνική κατάσταση, πολύ πριν αναγνωριστεί ως κοινωνικό πρόβλημα. Με τον όρο αυτό εννοούμε τη χρήση από το ένα μέλος της οικογένειας (δράστης) δύναμης ή εξουσίας προς ένα άλλο μέλος της (θύμα) προκαλώντας έτσι επιβλαβείς συνέπειες. Η βία η οποία ασκείται, μπορεί να είναι σωματική, σεξουαλική, λεκτική, ψυχολογική. Eπίσης μπορεί να λάβει ενεργητική μορφή (χτύπημα) και παθητική (παραμέληση).
Η αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών (χειραφέτηση των γυναικών, εξασθένιση της παραδοσιακής μορφής της οικογένειας, ανεργία) η τεχνολογική εξέλιξη και η αστικοποίηση, που συνέβαλε στην αλλαγή των παραδοσιακών προτύπων συμπεριφοράς σε συνδυασμό με την ένταση της προσοχής για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οδήγησε στην αναγνώριση της ενδοοικογενειακής βίας ως κοινωνικού προβλήματος.
Η παιδική κακοποίηση δεν αποτελεί απλά φαινόμενο της εποχής μας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο, άμεσα συνδεδεμένο με πολιτιστικούς και κοινωνικούς παράγοντες και εξαρτάται από τα εκάστοτε πρότυπα της κοινωνίας σχετικά με τους τρόπους ανατροφής, πειθαρχίας και συμπεριφοράς προς τα παιδιά. Το βασικό χαρακτηριστικό της παιδικής κακοποίησης είναι ακριβώς αυτό το γεγονός, δηλαδή ότι η βία μέσω όλων των μορφών με τις οποίες εκδηλώνεται, απευθύνεται σε παιδιά ,σε άτομα δηλαδή τα οποία δεν έχουν την δυνατότητα να υπερασπισθούν τον εαυτό τους και τα δικαιώματα τους. Βασική υποχρέωση της οικογένειας, είναι να φροντίζει και να προστατεύει τα παιδιά, καθώς επίσης και να παρέχει τα βασικά αγαθά, είτε υλικά είτε πνευματικά, τα οποία είναι απαραίτητα για την ηθική και πνευματική ολοκλήρωση κάθε νέου ατόμου. Βασική επίσης είναι και η παροχή του αισθήματος ασφάλειας και συναισθηματικής κάλυψης από τους γονείς προς το παιδί.
Στις οικογένειες στις οποίες εκδηλώνεται και αναπτύσσεται η βία και στη συνέχεια γίνεται καθεστώς, νοοτροπία και κώδικας συμπεριφοράς, οι παραπάνω ανάγκες δεν καλύπτονται. Το παιδί καλείται να προσαρμοσθεί σε ένα περιβάλλον κακοποίησης, καλείται να αναπτύξει το ίδιο μηχανισμούς προστασίας. Η όλη αυτή κατάσταση δημιουργεί πολλά προβλήματα στο παιδί, καθώς διαθέτοντας ένα ανώριμο ψυχολογικό σύστημα προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες διαβίωσης τις οποίες δημιουργεί το βίαιο οικογενειακό περιβάλλον. Τα αποτελέσματα της εμπειρίας αυτής του παιδιού, είναι η δημιουργία αισθημάτων φόβου, ντροπής, θλίψης, μειονεξίας. Οι επιπτώσεις χαρακτηρίζονται από μακρόχρονη διάρκεια, η ισχύς τους διατηρείται και μετά την ενηλικίωση του κακοποιημένου ατόμου και καθορίζουν πλέον την μετέπειτα ζωή του. Οι ψυχολογικές επιπτώσεις της κακοποίησης στο παιδί, στη συναισθηματική, συμπεριφορική και ευρύτερη ψυχολογική του εξέλιξη και ανάπτυξη είναι τεράστιες. Επιπλέον πρέπει να τονίσουμε την επίδραση της ενδοοικογενειακής βίας γενικά, στην συμπεριφορά του ατόμου ως ενήλικα πλέον. Θεωρείται πως τα παιδιά που έχουν υποστεί βίαιη συμπεριφορά, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να γίνουν και εκείνοι βίαιοι. Πρόκειται για τη διαγενεακή μετάβαση της βίαιης συμπεριφοράς ή όπως αλλιώς ονομάζεται «κύκλος της βίας».
Στις περισσότερες περιπτώσεις, δράστης είναι ο ένας γονιός (συνήθως ο πατέρας) ενώ ο άλλος (συνήθως η μητέρα) παραμένει απαθής και αμέτοχος, πλήρως υποταγμένος στον επιθετικό σύντροφο του. Οι γονείς οι οποίοι κακοποιούν τα παιδιά τους, χαρακτηρίζονται ως άτομα ανώριμα, με χαμηλή αυτοεκτίμηση, έντονες και συχνές εκρήξεις καθώς και αδυναμία ελέγχου του θυμού. Επιπλέον εκδηλώνουν έντονες προσδοκίες απέναντι σε άλλα μέλη της οικογένειας, καθώς και ιδιαίτερη αυστηρότητα. Το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας χαρακτηρίζεται ως διαταξικό, δηλαδή έχει πιθανότητες να εμφανιστεί σε όλων των ειδών τις κοινωνικές τάξεις.
Τα στατιστικά στοιχεία παρουσιάζουν μία γενικότερη αύξηση του φαινομένου τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες χώρες, ενώ δυστυχώς η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων πρόληψης και αντιμετώπισης χαρακτηρίζεται ως αδύναμη. Τα υπάρχοντα λιγοστά προγράμματα στερούνται ευελιξίας και φαντασίας, ενώ αφήνουν εκτεθειμένο ένα σημαντικό αριθμό παιδιών που βρίσκονται σε κίνδυνο και μεγαλώνουν μέσα σε δυσλειτουργικές, ακινητοποιημένες και ακατάλληλες οικογένειες.
Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι η στάση της πολιτείας απέναντι σε αυτό το ευαίσθητο ζήτημα κρίνεται ως αναποτελεσματική, καθώς οι παραπάνω παράγοντες σε συνδυασμό με τον ιδιαίτερα μεγάλο σκοτεινό αριθμό και την μη καταγγελία επιτρέπουν την διαιώνιση του προβλήματος με αποτέλεσμα την δημιουργία νέων βίαιων ατόμων. Η ενδοοικογενειακή βία είναι ένα ζήτημα το οποίο δεν αφορά μόνο την οικογένεια στην οποία εκδηλώνεται αλλά και ολόκληρη την κοινωνία, η οποία είναι συνυπεύθυνη μέσα από την απάθεια την οποία επιδεικνύει απέναντι σε τέτοιου είδους θέματα. Η συνδρομή της κοινωνίας στην αντιμετώπιση του προβλήματος κρίνεται απαραίτητη τόσο για την αφύπνιση των πολιτών όσο και για την «αυστηρή» αντιμετώπιση των παραβατών. Πρέπει να γίνει απ’ όλους κατανοητό ότι η βία, αποτελεί εξαιρετικά σοβαρό έγκλημα, ενώ η ανοχή της εκάστοτε κοινωνίας απέναντι της πρέπει να είναι μηδενική. Τέλος, η αντιμετώπιση των θυμάτων απαιτεί μεγάλη προσοχή, καθώς είναι άτομα που βρίσκονται σε τραγική θέση χωρίς ουσιαστικά να ευθύνονται. Η ζωή πολλών παιδιών μένει για πάντα στιγματισμένη από το φόβο, την απελπισία, την ανασφάλεια. Τις περισσότερες φορές δυστυχώς οι ανάγκες των παιδιών μένουν χωρίς απάντηση και αντιμετώπιση.
Και όμως τα σιωπηλά θύματα είναι εκείνα που έχουν την μεγαλύτερη ανάγκη φροντίδας και βοήθειας.
Αν σας άρεσε το άρθρο κοινοποιήστε το και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!
Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου