Κι εκεί που αρχίζεις να ψάχνεις τον κατάλογο με τα μοναστήρια, βρίσκεις ξανά τον εαυτό σου.
Ήξερα πολύ καλά ότι με τον Βασίλη δεν υπήρχε περίπτωση να τη βγάλω καθαρή. Πήγαινα καρφωτή να φάω τα μούτρα μου και δεν με σταματούσε τίποτα και κανένας. Αφού όμως γνώριζα πολύ καλά με ποιον είχα να κάνω, πίστευα ότι μπορούσα να προστατεύσω τον εαυτό μου από το να καταλήξω στα πατώματα, πάλι. Όταν πετάχτηκα έξω από το αυτοκίνητό του επειδή δεν άντεχα να τσακωνόμαστε άλλο χωρίς να καταλήγουμε κάπου, πίστεψα ότι ήταν η τελευταία φορά που θα μιλούσαμε. Επίσης πίστευα πως, εφόσον το περίμενα ότι θα γινόταν κάτι τέτοιο, η ανάρρωση θα ήταν θέμα χρόνου. Πως δεν θα καθόμουν να σκάσω κιόλας. Πως θα ξυπνούσα την επόμενη μέρα, θα αναστέναζα μία φορά δυνατά και ύστερα θα συνέχιζα τη ζωή μου, χωρίς να με απασχολεί ιδιαίτερα το δυσάρεστο μουσικό διάλειμμα. Όντως, το επόμενο πρωί ήπια τον καφέ μου σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Αλλά μέχρι το βράδυ ο κόμπος στο στομάχι μου είχε βρει τη θέση του. Και θα καθόταν εκεί για αρκετό καιρό.
Τις επόμενες εβδομάδες δεν αναγνώριζα τον εαυτό μου. Ήθελα να χωθώ κάτω από το πάπλωμα και να μείνω εκεί για πάντα. Η δουλειά μού φαινόταν δύσκολη, οι φίλοι προσπαθούσαν ανεπιτυχώς να μου συμπαρασταθούν κι εγώ δεν άκουγα πια τον εαυτό μου να γελάει, κι αυτό με στενοχωρούσε ακόμη περισσότερο. Τα Σάββατα δεν άντεχα να βγω με ανθρώπους με τους οποίους έπρεπε να συζητήσω για πράγματα που δεν με ενδιέφεραν – όλα μου φαίνονταν σαν ένα βουητό. Οι κύκλοι κάτω από τα μάτια μου κόντευαν να φτάσουν μέχρι τα παπούτσια και, όσο κονσίλερ κι αν έβαζα, ένιωθα απλώς άσχημη. Τα ρούχα μου ήταν όλα απαίσια, κι έτσι αποφάσισα να φοράω μόνο τη μαύρη μου φόρμα και να προσποιούμαι ότι δεν είχα πάρει πέντε κιλά από τα ντελίβερι.
Σιχαινόμουν το γεγονός ότι ήμουν δυστυχισμένη, αλλά δεν μπορούσα να κάνω κι αλλιώς. Δεν ήθελα να τον πάρω τηλέφωνο, αλλά όποτε άκουγα το όνομά του ένιωθα ένα βάρος στο στήθος. Και ήθελα να πάω σπίτι μου και να κάτσω αγκαλιά με τον καναπέ μου.
Φυσικά, πίστευα πως όσο παρέμενα σε αυτή την κατάσταση δεν υπήρχε περίπτωση να βρεθεί άνθρωπος με σώας τας φρένας που θα γύριζε να με κοιτάξει. Υπολόγιζα ότι θα απλωνόμουν μόνη στο διπλό κρεβάτι για κανένα χρόνο ακόμη και ότι το σεξ ήταν μια απόλαυση την οποία θα αργούσα να ξαναχαρώ. Για να ξαναμπώ στο παιχνίδι, έπρεπε πρώτα να μαζέψω τα κομμάτια μου, ώστε να αποφασίσω να ξαναμπλέξω. Τελικά όμως ήταν λιγότερο περίπλοκο απ’ ό,τι νόμιζα.
Επί δύο εβδομάδες σκεφτόμουν τον Βασίλη ανά πέντε λεπτά. Όσο περνούσε όμως ο καιρός, η μορφή του θόλωνε και δεν περπατούσα πια στο δρόμο με την εικόνα του να βρίσκεται συνεχώς στο κεφάλι μου. Είχα σταματήσει να θυμώνω με το κινητό μου, που με κοιτούσε σιωπηλό, και προσπαθούσα να μην τον αναφέρω όποτε έβρισκα αφορμή, δηλαδή συνέχεια. Ως άσκηση θάρρους, άρχισα να εγκαταλείπω την ασφάλεια του σπιτιού και να πηγαίνω για κανένα ποτό με τις κολλητές μου. Έκανα μια προσπάθεια να ντύνομαι αξιοπρεπώς και σε μία απ’ αυτές τις εξόδους μου γνώρισα κάποιον. Δεν ήταν κούκλος, γελούσα μάλλον από ευγένεια με τα αστεία του και διαφωνούσα κάθετα με την επιλογή του τζιν του. Αλλά επειδή έπαιζαν κι άλλα τζιν στο τραπέζι –και μάλιστα με τόνικ– και ήταν πάνω από τρία, που είναι το όριό μου, κατέληξα το επόμενο πρωί να τον κοιτάζω που κοιμόταν δίπλα μου και να αναρωτιέμαι από πού μου ήρθε. Δεν ήταν άσχημα, αλλά δεν θα τον ξανάβλεπα. Τον έδιωξα ευγενικά από το σπίτι και έδωσα συγχαρητήρια στον εαυτό μου που είχε πάρει και πάλι μπρος.
Η αρσενική παρουσία μού είχε λείψει, αλλά κυρίως μου είχε λείψει ο εαυτός μου. Εκείνη η κοπέλα που χαιρόταν να πηγαίνει σε καινούρια μέρη, να βλέπει παλιούς φίλους, και η οποία για κάποιους μήνες είχε χαθεί μέσα σ’ ένα φαρδύ μαύρο φούτερ. Όταν όμως περνάς τη φάση αυτή που έχεις ανάγκη μονάχα τους τέσσερις τοίχους του σπιτιού σου, πιστεύεις ότι δεν θα συνέλθεις ποτέ. Έψαχνα απεγνωσμένα εκείνον που θα μου έδινε τη μαγική συνταγή για να νιώσω καλύτερα, αλλά οι συμβουλές των φίλων μου έπεφταν στο κενό. Δεν είχε σημασία αν υπήρχαν κι αλλού πορτοκαλιές, αν άξιζα κάτι καλύτερο ή αν δεν έπρεπε, μωρέ, να στενοχωριέμαι για το βλάκα.
Τελικά είχα ανάγκη να περάσω λίγο καιρό με τη θλίψη μου, μέχρι να συνειδητοποιήσω ότι είχε έρθει η ώρα να επανέλθω στην πραγματικότητά μου. Τα ξαναβρήκα όλα όπως τα είχα αφήσει: τα μπαρ με τα ενδιαφέροντα βλέμματα από όμορφους ξένους, τις κολλητές μου που φιλοσοφούσαν για τα ίδια θέματα και τις ώρες που ήθελα απλώς να κάθομαι μόνη και να διαβάζω. Όλα αυτά που με κάνουν να θέλω να σηκώνομαι το πρωί από το κρεβάτι.
Αντίθετα με τις συμβουλές και τις χρυσές συνταγές φίλων και γνωστών, το να ξεπεράσεις ένα χωρισμό είναι προσωπική υπόθεση, κάτι που θα κάνεις με το δικό σου τρόπο και στο δικό σου χρόνο. Δεν υπάρχει λόγος να πιέζεις τον εαυτό σου ή να προσπαθείς να φαίνεσαι καλά για τους άλλους. Το μόνο που χρειάζεσαι είναι υπομονή, ανθρώπους με κατανόηση και τη διάθεση να μην παραμείνεις για πάντα ανάμεσα στις κουβέρτες, αλλά μόνο όσο το έχεις ανάγκη. Όσο περνάει ο καιρός, θα παρατηρήσεις ότι τα μαύρα σύννεφα πάνω από το κεφάλι σου θα αρχίσουν να διαλύονται και η διάθεσή σου να επανέρχεται. Ενίοτε στο εφέ αυτό μπορεί να συνεισφέρει κι ένας γοητευτικός άγνωστος. Ή ένας όχι και τόσο γοητευτικός άγνωστος και πολλά πολλά σφηνάκια.
Και τι γίνεται όταν εκείνος ξαναεμφανιστεί μπροστά σου;
Δεν είναι πια η πρώτη σου σκέψη όταν ξυπνάς. Και ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά σου. Είναι φυσιολογικό να αισθανθείς ένα σφίξιμο στο στομάχι – ειδικά στην αρχή. Κάποια στιγμή θα νιώσεις πιο κουλ, η πλήρης αδιαφορία όμως είναι σχεδόν ουτοπικό σενάριο.
Η κολλητή σου χώρισε και περνάει δύσκολα;
Αν ζητήσει τη συμβουλή σου, πες της τι έκανες εσύ σε αντίστοιχη περίπτωση, αλλά μην την πιέσεις να κάνει το ίδιο για να νιώσει καλύτερα. Είστε διαφορετικοί άνθρωποι και είναι πολύ πιθανό να χρειάζεστε διαφορετικό τρόπο για να ξεπεράσετε αυτά που σας πονάνε. Η προσφορά του ώμου σου για να κλάψει πιθανότατα αρκεί.
Αν σας άρεσε το άρθρο κοινοποιήστε το και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!
Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη.
Ήξερα πολύ καλά ότι με τον Βασίλη δεν υπήρχε περίπτωση να τη βγάλω καθαρή. Πήγαινα καρφωτή να φάω τα μούτρα μου και δεν με σταματούσε τίποτα και κανένας. Αφού όμως γνώριζα πολύ καλά με ποιον είχα να κάνω, πίστευα ότι μπορούσα να προστατεύσω τον εαυτό μου από το να καταλήξω στα πατώματα, πάλι. Όταν πετάχτηκα έξω από το αυτοκίνητό του επειδή δεν άντεχα να τσακωνόμαστε άλλο χωρίς να καταλήγουμε κάπου, πίστεψα ότι ήταν η τελευταία φορά που θα μιλούσαμε. Επίσης πίστευα πως, εφόσον το περίμενα ότι θα γινόταν κάτι τέτοιο, η ανάρρωση θα ήταν θέμα χρόνου. Πως δεν θα καθόμουν να σκάσω κιόλας. Πως θα ξυπνούσα την επόμενη μέρα, θα αναστέναζα μία φορά δυνατά και ύστερα θα συνέχιζα τη ζωή μου, χωρίς να με απασχολεί ιδιαίτερα το δυσάρεστο μουσικό διάλειμμα. Όντως, το επόμενο πρωί ήπια τον καφέ μου σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Αλλά μέχρι το βράδυ ο κόμπος στο στομάχι μου είχε βρει τη θέση του. Και θα καθόταν εκεί για αρκετό καιρό.
Τις επόμενες εβδομάδες δεν αναγνώριζα τον εαυτό μου. Ήθελα να χωθώ κάτω από το πάπλωμα και να μείνω εκεί για πάντα. Η δουλειά μού φαινόταν δύσκολη, οι φίλοι προσπαθούσαν ανεπιτυχώς να μου συμπαρασταθούν κι εγώ δεν άκουγα πια τον εαυτό μου να γελάει, κι αυτό με στενοχωρούσε ακόμη περισσότερο. Τα Σάββατα δεν άντεχα να βγω με ανθρώπους με τους οποίους έπρεπε να συζητήσω για πράγματα που δεν με ενδιέφεραν – όλα μου φαίνονταν σαν ένα βουητό. Οι κύκλοι κάτω από τα μάτια μου κόντευαν να φτάσουν μέχρι τα παπούτσια και, όσο κονσίλερ κι αν έβαζα, ένιωθα απλώς άσχημη. Τα ρούχα μου ήταν όλα απαίσια, κι έτσι αποφάσισα να φοράω μόνο τη μαύρη μου φόρμα και να προσποιούμαι ότι δεν είχα πάρει πέντε κιλά από τα ντελίβερι.
Σιχαινόμουν το γεγονός ότι ήμουν δυστυχισμένη, αλλά δεν μπορούσα να κάνω κι αλλιώς. Δεν ήθελα να τον πάρω τηλέφωνο, αλλά όποτε άκουγα το όνομά του ένιωθα ένα βάρος στο στήθος. Και ήθελα να πάω σπίτι μου και να κάτσω αγκαλιά με τον καναπέ μου.
Φυσικά, πίστευα πως όσο παρέμενα σε αυτή την κατάσταση δεν υπήρχε περίπτωση να βρεθεί άνθρωπος με σώας τας φρένας που θα γύριζε να με κοιτάξει. Υπολόγιζα ότι θα απλωνόμουν μόνη στο διπλό κρεβάτι για κανένα χρόνο ακόμη και ότι το σεξ ήταν μια απόλαυση την οποία θα αργούσα να ξαναχαρώ. Για να ξαναμπώ στο παιχνίδι, έπρεπε πρώτα να μαζέψω τα κομμάτια μου, ώστε να αποφασίσω να ξαναμπλέξω. Τελικά όμως ήταν λιγότερο περίπλοκο απ’ ό,τι νόμιζα.
Επί δύο εβδομάδες σκεφτόμουν τον Βασίλη ανά πέντε λεπτά. Όσο περνούσε όμως ο καιρός, η μορφή του θόλωνε και δεν περπατούσα πια στο δρόμο με την εικόνα του να βρίσκεται συνεχώς στο κεφάλι μου. Είχα σταματήσει να θυμώνω με το κινητό μου, που με κοιτούσε σιωπηλό, και προσπαθούσα να μην τον αναφέρω όποτε έβρισκα αφορμή, δηλαδή συνέχεια. Ως άσκηση θάρρους, άρχισα να εγκαταλείπω την ασφάλεια του σπιτιού και να πηγαίνω για κανένα ποτό με τις κολλητές μου. Έκανα μια προσπάθεια να ντύνομαι αξιοπρεπώς και σε μία απ’ αυτές τις εξόδους μου γνώρισα κάποιον. Δεν ήταν κούκλος, γελούσα μάλλον από ευγένεια με τα αστεία του και διαφωνούσα κάθετα με την επιλογή του τζιν του. Αλλά επειδή έπαιζαν κι άλλα τζιν στο τραπέζι –και μάλιστα με τόνικ– και ήταν πάνω από τρία, που είναι το όριό μου, κατέληξα το επόμενο πρωί να τον κοιτάζω που κοιμόταν δίπλα μου και να αναρωτιέμαι από πού μου ήρθε. Δεν ήταν άσχημα, αλλά δεν θα τον ξανάβλεπα. Τον έδιωξα ευγενικά από το σπίτι και έδωσα συγχαρητήρια στον εαυτό μου που είχε πάρει και πάλι μπρος.
Η αρσενική παρουσία μού είχε λείψει, αλλά κυρίως μου είχε λείψει ο εαυτός μου. Εκείνη η κοπέλα που χαιρόταν να πηγαίνει σε καινούρια μέρη, να βλέπει παλιούς φίλους, και η οποία για κάποιους μήνες είχε χαθεί μέσα σ’ ένα φαρδύ μαύρο φούτερ. Όταν όμως περνάς τη φάση αυτή που έχεις ανάγκη μονάχα τους τέσσερις τοίχους του σπιτιού σου, πιστεύεις ότι δεν θα συνέλθεις ποτέ. Έψαχνα απεγνωσμένα εκείνον που θα μου έδινε τη μαγική συνταγή για να νιώσω καλύτερα, αλλά οι συμβουλές των φίλων μου έπεφταν στο κενό. Δεν είχε σημασία αν υπήρχαν κι αλλού πορτοκαλιές, αν άξιζα κάτι καλύτερο ή αν δεν έπρεπε, μωρέ, να στενοχωριέμαι για το βλάκα.
Τελικά είχα ανάγκη να περάσω λίγο καιρό με τη θλίψη μου, μέχρι να συνειδητοποιήσω ότι είχε έρθει η ώρα να επανέλθω στην πραγματικότητά μου. Τα ξαναβρήκα όλα όπως τα είχα αφήσει: τα μπαρ με τα ενδιαφέροντα βλέμματα από όμορφους ξένους, τις κολλητές μου που φιλοσοφούσαν για τα ίδια θέματα και τις ώρες που ήθελα απλώς να κάθομαι μόνη και να διαβάζω. Όλα αυτά που με κάνουν να θέλω να σηκώνομαι το πρωί από το κρεβάτι.
Αντίθετα με τις συμβουλές και τις χρυσές συνταγές φίλων και γνωστών, το να ξεπεράσεις ένα χωρισμό είναι προσωπική υπόθεση, κάτι που θα κάνεις με το δικό σου τρόπο και στο δικό σου χρόνο. Δεν υπάρχει λόγος να πιέζεις τον εαυτό σου ή να προσπαθείς να φαίνεσαι καλά για τους άλλους. Το μόνο που χρειάζεσαι είναι υπομονή, ανθρώπους με κατανόηση και τη διάθεση να μην παραμείνεις για πάντα ανάμεσα στις κουβέρτες, αλλά μόνο όσο το έχεις ανάγκη. Όσο περνάει ο καιρός, θα παρατηρήσεις ότι τα μαύρα σύννεφα πάνω από το κεφάλι σου θα αρχίσουν να διαλύονται και η διάθεσή σου να επανέρχεται. Ενίοτε στο εφέ αυτό μπορεί να συνεισφέρει κι ένας γοητευτικός άγνωστος. Ή ένας όχι και τόσο γοητευτικός άγνωστος και πολλά πολλά σφηνάκια.
Και τι γίνεται όταν εκείνος ξαναεμφανιστεί μπροστά σου;
Δεν είναι πια η πρώτη σου σκέψη όταν ξυπνάς. Και ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά σου. Είναι φυσιολογικό να αισθανθείς ένα σφίξιμο στο στομάχι – ειδικά στην αρχή. Κάποια στιγμή θα νιώσεις πιο κουλ, η πλήρης αδιαφορία όμως είναι σχεδόν ουτοπικό σενάριο.
Η κολλητή σου χώρισε και περνάει δύσκολα;
Αν ζητήσει τη συμβουλή σου, πες της τι έκανες εσύ σε αντίστοιχη περίπτωση, αλλά μην την πιέσεις να κάνει το ίδιο για να νιώσει καλύτερα. Είστε διαφορετικοί άνθρωποι και είναι πολύ πιθανό να χρειάζεστε διαφορετικό τρόπο για να ξεπεράσετε αυτά που σας πονάνε. Η προσφορά του ώμου σου για να κλάψει πιθανότατα αρκεί.
Αν σας άρεσε το άρθρο κοινοποιήστε το και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!
Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου