Ζύγκμουντ Μπάουμαν: Πίσω από την παγκόσμια «κρίση του ανθρωπισμού»

Ο Πολωνός φιλόσοφος Ζύγκμουντ Μπάουμαν περιγράφει την παγκόσμια αναταραχή της εποχής μας ως ένα σύμπτωμα της διάχυσης του φόβου. Βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος, αλλά μακροπρόθεσμα αισιόδοξος για το μέλλον του κόσμου, υποστηρίζει ότι πρέπει να μάθουμε να ζούμε σε μια συνθήκη αλληλεξάρτησης με τους διπλανούς μας, ακόμη κι όταν αυτοί είναι πολύ διαφορετικοί από μας. Τη συνέντευξη για το Al Jazeera πήρε η Felicity Barr.

Για τη δυτική Ευρώπη ήταν ένα καλοκαίρι μεγάλων αλλαγών και δυσαρέσκειας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει μεγάλη αναταραχή καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο ετοιμάζεται να αποσύρει τη συμμετοχή του, ενώ τίθεται σε κίνδυνο η ενότητα της ίδιας της χώρας. Στην πραγματικότητα, κάτω από την επιφάνεια, οι λαοί σε όλη την Ευρώπη δείχνουν να έχουν φτάσει στα όριά τους. Καθώς τα ευρωπαϊκά κράτη αντιμετωπίζουν τη μετανάστευση και την οικονομική αβεβαιότητα, υπάρχει διάχυτη η αίσθηση ότι το πολιτικό τοπίο αλλάζει, και παλιές κοινωνικές δομές αντικαθίστανται ή αμφισβητούνται.

Αντίστοιχες συνθήκες αντιμετωπίζουν και οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η κούρσα για τον Λευκό Οίκο μόνο συνηθισμένη δεν είναι. Η πολιτική ρητορεία φέτος είναι πιο σκληρή και υπάρχει η αίσθηση ότι η χώρα είναι βαθιά διχασμένη στο φυλετικό ζήτημα και στην οικονομική ευμάρεια.

Τι μας έφερε ως εδώ; Και ποια είναι τα πιθανά σενάρια για το μέλλον; Ο Ζύγκμουντ Μπάουμαν είναι ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους του καιρού μας. Γεννημένος στην Πολωνία πριν από 90 χρόνια, έχει στοχαστεί και γράψει εκτενώς για τη σύγχρονη εποχή και το πώς μας επηρεάζει, εισάγοντας τη φράση «liquid fear» (ρευστός φόβος) — ένα απτό συναίσθημα άγχους που είναι ασαφώς περιγεγραμμένο, αλλά έντονα πανταχού παρόν.

Στο βιβλίο σας Liquid Fear [Ρευστός φόβος] γράφετε ότι σήμερα ζούμε σε μια κατάσταση διαρκούς άγχους για κινδύνους που θα μπορούσαν να χτυπήσουν απροειδοποίητα οποιαδήποτε στιγμή. Γιατί είμαστε τόσο φοβισμένοι;

«Ρευστός φόβος» σημαίνει φόβος που ρέει στο χώρο μας, χωρίς να μένει ωστόσο σε ένα μέρος αλλά είναι διάχυτος.

Και το πρόβλημα με τον ρευστό φόβο είναι ότι δεν ξέρεις από πού θα χτυπήσει, αντίθετα με τον συγκεκριμένο κίνδυνο που τον γνωρίζεις και είσαι εξοικειωμένος μαζί του. Η αγαπημένη μου μεταφορά είναι ότι περπατάμε σε κάτι που μοιάζει με ναρκοπέδιο. Γνωρίζουμε ότι το χωράφι είναι γεμάτο εκρηκτικά, δεν γνωρίζουμε όμως πού και πότε θα γίνει έκρηξη. Δεν υπάρχουν συμπαγείς κατασκευές γύρω μας πάνω στις οποίες να βασιστούμε, να στηρίξουμε τις ελπίδες και τις προσδοκίες μας. Ακόμα και οι ισχυρότερες κυβερνήσεις, πολύ συχνά, δεν μπορούν να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις τους. Δεν έχουν αρκετή ισχύ να το κάνουν αυτό. Η θέση εργασίας σου, ακόμα και στην πιο φημισμένη και προφανώς πλούσια εταιρεία, μπορεί αύριο το πρωί, ξαφνικά, να εξαφανιστεί. Πας για ύπνο και μπορεί να ξυπνήσεις πλεονάζων.

Οι συνεταιρισμοί ανάμεσα στους ανθρώπους είναι εύθραυστοι. Είναι μέχρι αποδείξεως του εναντίου, δεν είναι «μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος». Δύο άνθρωποι είναι σε παρόμοια κατάσταση όταν γνωρίζουν ότι βρίσκονται εδώ μαζί επειδή δίνουν ικανοποίηση ο ένας στον άλλον. Από τη στιγμή που το γνωρίζουν αυτό, ζουν σε έναν διαρκή φόβο μήπως ο άλλος αποφασίσει πρώτος ότι είναι ώρα να πει «ως εδώ» και εξαφανιστεί. Έτσι, σε κάθε επίπεδο της ανθρώπινης ζωής, έχεις την ίδια κατάσταση: Αβεβαιότητα. Αδύνατο να προβλέψεις το μέλλον, ακόμα κι αν πήρες την απόφασή σου μετά από μακρά, πολύ μακρά περίσκεψη, από ενδελεχή, πολύ προσεκτικό υπολογισμό. Κοιτάζοντας εκ των υστέρων, δεν μπορείς καν να είσαι σίγουρος αν πήρες τη σωστή ή τη λάθος απόφαση.
Είναι όμως τόσο διαφορετικό το παρόν; Δεν ήταν έτσι τα πράγματα στο παρελθόν; Δεν είχαμε αβεβαιότητα;

Φυσικά, οι κίνδυνοι ήταν μαζί μας, με τους προγόνους μας, από τότε που η ανθρωπότητα βρίσκεται στη γη. Ήταν όμως μια διαφορετική ιστορία. Στον Μεσαίωνα υπήρχαν λύκοι στο δάσος. Έπρεπε να αποτρέψεις τα παιδιά σου από το να πάνε εκεί, να τα κρατήσεις στο σπίτι. «Μην πας μόνος στο δάσος, κίνδυνος». Τώρα έχουμε τους κινδύνους που ο μεγάλος Γερμανός κοινωνιολόγος Ούλριχ Μπεκ αποκάλεσε «κοινωνία του ρίσκου». Ρίσκο σημαίνει ότι στην καλύτερη περίπτωση, μπορείς να υπολογίσεις την πιθανότητα της καταστροφής. Η πιθανότητα όμως είναι μια πολύ νεφελώδης ιδέα. Μπορεί να υπάρχει 90% πιθανότητα, αλλά εσύ να βρίσκεσαι στο 10% ή το αντίθετο. Μόνο 10% πιθανότητα, αλλά εσύ να έχεις κολλήσει στο 90%. Με μια λέξη είναι μια κατάσταση συνεχούς «αβεβαιότητας», που μας κάνει να φοβόμαστε.
Εξηγεί αυτό γιατί είναι τόσο δημοφιλείς κάποιοι πολιτικοί, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, παραδείγματος χάρη, στις ΗΠΑ; Επειδή υποστηρίζουν ότι έχουν τις απόλυτες απαντήσεις μέσα σε αυτή την αβεβαιότητα;

Εν συντομία, υπάρχουν δύο σημαντικές αξίες χωρίς τις οποίες η ανθρώπινη ζωή είναι απλώς αδιανόητη. Η μία είναι η ασφάλεια, το να νιώθεις ασφαλής. Η άλλη είναι η ελευθερία, η δυνατότητα να κάνεις αυτό που θέλεις. Είναι και οι δύο απαραίτητες. Ασφάλεια χωρίς ελευθερία είναι δουλεία. Ελευθερία χωρίς ασφάλεια είναι απόλυτο χάος μέσα στο οποίο είσαι χαμένος, εγκαταλελειμμένος, δεν ξέρεις τι να κάνεις. Χρειάζεται λοιπόν μέτρο και στο ένα και στο άλλο. Είμαστε απίστευτα πιο ελεύθεροι από τους παππούδες μας. Πληρώσαμε ένα τίμημα όμως. Το ανταλλάξαμε με την ασφάλεια. Ένα μεγάλο μέρος ασφάλειας παραχωρήθηκε. Τώρα παρατηρούμε αυτό που αποκαλώ «το γύρισμα του εκκρεμούς». Οι άνθρωποι νιώθουν αβέβαιοι, χαμένοι, λειτουργούν χωρίς βεβαιότητα, χωρίς εξασφάλιση.

Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι το γύρισμα του εκκρεμούς. Ανάμεσα σε άλλα πράγματα σημαίνει και Ντόναλντ Τραμπ. Ο Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται στο φως της δημοσιότητας επειδή, ποιος ξέρει, μπορεί να είναι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ. Βλέπετε όμως την ίδια τάση σχεδόν σε όλες τις χώρες, όχι μόνο στις ΗΠΑ. Ισχυροί άνδρες: όλο και περισσότεροι άνθρωποι ονειρεύονται να επιστρέψει κάποιος με κουράγιο, φιλοδοξία, τόλμη, και να πει «δώστε μου την εξουσία και θα αναλάβω την ευθύνη για το μέλλον σας». Αυτό ακριβώς λέει ο Ντόναλντ Τραμπ και είναι πολλοί οι άνθρωποι που λειτουργούν έτσι. Υπάρχει πολύ πολιτικό κεφάλαιο σ’ αυτού του είδους τις υποσχέσεις: «Κοιτάξτε, η δημοκρατία δεν πέρασε τις εξετάσεις, η δημοκρατία είναι αδύναμη, η δημοκρατία δεν μπορεί να αποδώσει, η δημοκρατία είναι πολύ δυνατή στα λόγια αλλά όχι στις πράξεις. Όμως εμπιστευτείτε με και θα αλλάξω την κατάσταση.

Η Αμερική θα ξαναγίνει μεγάλη». Ή η Μαρίν Λε Πεν στη Γαλλία: «Η Γαλλία θα ξαναγίνει μεγάλη δύναμη, και δεν θα επιτρέψουμε αυτή η δύναμη να διαλυθεί και να εξαφανιστεί». Αυτή είναι η μία απάντηση στην ερώτησή σας. Η ανάγκη για ένα ισχυρό πρόσωπο, με μεγάλη εξουσία, κάτι που οι παππούδες μας πολέμησαν. Φοβόντουσαν τον ολοκληρωτισμό. Οι νέοι άνθρωποι όπως εσείς έχουν ξεχάσει τι ήταν ο ολοκληρωτισμός. Ξέρετε γι’ αυτόν από τα σχολικά βιβλία, δεν τον έχετε βιώσει όμως. Εγώ τον έχω βιώσει. Βίωσα δύο από αυτούς. Το άλλο πράγμα, όμως, είναι ότι στην οικονομική πρόοδο, στο ΑΕΠ που μεγαλώνει, υπάρχουν πάντα νικητές και χαμένοι.

Η διάλυση του δικτύου ασφάλειας έγινε ιδιαίτερα αισθητή από ανθρώπους που βρίσκονται χαμηλότερα στην κοινωνική ιεραρχία, ανθρώπους που ζουν στη φτώχεια ή κοντά στη φτώχεια ή στο λεγόμενο πρεκαριάτο. Άνθρωποι που αυτήν τη στιγμή βρίσκονται στη μεσαία τάξη έχουν μια ασφάλεια και για την ώρα είναι ευκατάστατοι. Φοβούνται πολύ όμως ότι αυτό μπορεί να μην κρατήσει, ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να χάσουν την κοινωνική τους θέση.

Γι’ αυτό έχουμε αυτά τα φαινόμενα. Ίσως διά μαγείας κάποιος ισχυρός άνδρας που δεν τον περιορίζει η πολιτική ορθότητα, που λέει αυτό που όλοι σκέφτονται και δεν τολμούν να το πουν δημοσίως, ίσως αυτός να κάνει ένα θαύμα. Φυσικά, χάνει το χρόνο του όποιος ονειρεύεται, όποιος έχει τέτοια όνειρα, αν και υπό αυτές τις συνθήκες είναι κατανοητό.
Ένα από τα πράγματα που έχετε δηλώσει σε μία από τις συνεντεύξεις σας είναι ότι πιστεύετε ότι άλλες ανθρώπινες τραγωδίες έχουν κατά πολύ ξεπεράσει τις τραγωδίες που έχει υπομείνει ο εβραϊκός λαός. Ποιες είναι αυτές οι άλλες τραγωδίες στις οποίες αναφέρεστε;

Δεν μας λείπουν οι τραγωδίες. Κοιτάξτε τι συμβαίνει, εν μέρει εξαιτίας της μεγάλης, μεγάλης μας ενοχής. Τι συμβαίνει στην περιοχή που με την ανόητη πολιτική μας αποσταθεροποιήσαμε και αφαιρέσαμε τους κανονικούς της θεσμούς, που ήταν απαραίτητοι για μια σχετικά φυσιολογική ζωή, για την καθημερινότητα. Κοιτάξτε αυτά που συμβαίνουν τώρα στον αραβικό κόσμο, στην Υεμένη, στη Συρία, στη Λιβύη.

Υπήρχε πάντα μια πίεση, εδώ και πολλές, πολλές δεκαετίες ήδη στην Ευρώπη, εξαιτίας της μεγάλης διαφοράς στο επίπεδο ζωής μεταξύ Ευρώπης και Αφρικής, για παράδειγμα. Η πίεση των λεγόμενων οικονομικών μεταναστών. Τώρα όμως έχουμε ένα νέο φαινόμενο και γι’ αυτό η Ευρώπη, της οποίας τις πόρτες χτυπούν, αντιδρά τόσο νευρικά.

Νομίζω ότι υπάρχει ψυχολογική εξήγηση γι’ αυτό. Αυτοί οι άνθρωποι που έρχονται τώρα είναι πρόσφυγες, όχι από λαούς πεινασμένους, χωρίς ψωμί και νερό, αλλά είναι άνθρωποι που χτες ήταν περήφανοι για τα σπίτια τους, ήταν περήφανοι για τη θέση τους στην κοινωνία, πολύ συχνά είναι πολύ μορφωμένοι, ευκατάστατοι, και ούτω καθεξής. Τώρα είναι πρόσφυγες όμως. Έχασαν το σπίτι τους, τη θέση τους στην κοινωνία, έχασαν όλα όσα είχαν καταφέρει, εργαζόμενοι, στη ζωή τους, κι έρχονται εδώ. Και ποιον συναντούν εδώ; Αυτούς που προανέφερα: το πρεκαριάτο. Έχουμε εφιάλτες. «Έχω μια καλή θέση, θα ήθελα να την κρατήσω, θα ήθελα να συνεχίσω, τι γίνεται όμως αν αύριο μάθω ότι η εταιρεία μου δεν υπάρχει πια και οι υπηρεσίες μου δεν χρειάζονται;» Φοβόμαστε λοιπόν. Το πρεκαριάτο ζει μέσα στο άγχος, στο φόβο. Αυτό είναι το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο του πρεκαριάτου.

 Το πρεκαριάτο προέρχεται από τη γαλλική λέξη précarité, που εν τη ευρεία έννοια σημαίνει περπατώ σε κινούμενη άμμο, δεν έχω συμπαγές έδαφος κάτω από τα πόδια μου. Και αποδίδουμε αυτό το φόβο λογικά στο γεγονός ότι κάπου στον κυβερνοχώρο, πέρα από τον έλεγχο της κυβέρνησής μας, για να μην πω πέρα από τον δικό μας έλεγχο, υπάρχουν δυνάμεις που χαρακτηρίζουμε παγκόσμιες, «Παγκόσμιες Δυνάμεις». Αυτές μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, να χτυπήσουν ανά πάσα στιγμή. Αν η δουλειά μου απειλείται, αυτό συμβαίνει εξαιτίας της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης. Και υπάρχει μια αλήθεια σε αυτό. Δεν είναι ανοησία να το λέει κανείς.

Τώρα, λοιπόν, έρχονται αυτοί από τη Συρία και τη Λιβύη, για παράδειγμα. Φέρνουν απειλές από μακρινές χώρες δίπλα στο σπίτι μας. Ξαφνικά εμφανίζονται δίπλα μας οπότε δεν μπορούμε να κάνουμε μεταβολή και να φύγουμε, δεν μπορούμε να αποστρέψουμε το πρόσωπό μας. Είναι πολύ «φορτικοί», είναι πάρα πολλοί. Δεν μπορούμε να απαλείψουμε την παρουσία τους. Κι αυτοί ενσαρκώνουν όλους τους φόβους μας. Χτες ήταν πολύ ισχυροί στη χώρα τους, όπως είμαστε εμείς εδώ σήμερα. Κοιτάξτε όμως τι γίνεται σήμερα. Είναι άστεγοι, είναι ζητιάνοι, δεν έχουν μέσα επιβίωσης.

 Νομίζω ότι το σοκ μόλις τώρα άρχισε. Απέχουμε από το να αρχίσουμε να χωνεύουμε αυτήν τη νέα κατάσταση, να προσαρμοστούμε. Οι δυνατότητες φιλοξενίας δεν είναι απεριόριστες. Όπως επίσης και η ανθρώπινη ικανότητα να υπομένει κανείς βάσανα και απόρριψη δεν είναι απεριόριστη. Γι’ αυτό θα πρέπει να ασκούμε αυτό που λέγεται ενσυναίσθηση. Αλλά —και δυστυχώς πρόκειται για ένα μεγάλο αλλά— γι’ αυτήν τη δοκιμασία δεν υπάρχει άμεση λύση. Ο διάλογος είναι μια πολύ μακριά διαδικασία, το να καταλήξουμε σε κάποιο συμβιβασμό παίρνει χρόνο, ίσως και περισσότερο από μια γενιά. Θα πρέπει λοιπόν να κάνουμε κουράγιο, επειδή έρχονται δύσκολοι καιροί. Αυτό το κύμα μετανάστευσης της τελευταίας χρονιάς δεν ήταν το τελευταίο. Υπάρχουν όλο και περισσότεροι άνθρωποι που περιμένουν να μεταναστεύσουν. Θα πρέπει λοιπόν να αποδεχτούμε ότι αυτή είναι η κατάσταση. Θα πρέπει να κάτσουμε μαζί να βρούμε μια λύση.
Μπορεί να λειτουργήσει η πολυπολιτισμικότητα; Κάποτε είπατε ότι στις μεγάλες πόλεις καμιά από τις θρησκευτικές και εθνικές ομάδες δεν έχουν τη διάθεση να αφομοιωθούν, και κάθε μία ομάδα απαιτεί να αναγνωριστεί η πολιτιστική της ταυτότητα. Η πολυπολιτισμικότητα είναι πολύ δύσκολη.

Προσωπικά, δεν αποδέχομαι τον όρο πολυπολιτισμικότητα. Είναι πιο ασφαλές και σαφές να λέμε ότι όλοι βρισκόμαστε σε πολυπολιτισμικά περιβάλλοντα. Το περιβάλλον είναι πολυπολιτισμικό. Η πολιτική της πολυπολιτισμικότητας δεν βγάζει νόημα. Μια συνέπεια αυτού, είναι ότι είμαστε όλοι οπλισμένοι τώρα όπως ξέρετε με το Facebook, με το Twitter και την πρόσβαση στους υπολογιστές, και χωρίζουμε τις ζωές μας σε ένα κομμάτι που είναι online κι ένα κομμάτι που είναι offline. Offline, περπατάμε στο δρόμο, πάμε στον τόπο εργασίας, δεν μπορούμε να αποφύγουμε να συναντήσουμε ξένους. Είναι εκεί, μας περιμένουν.

Πρέπει να αναπτύξουμε μια δεξιότητα για να αντιμετωπίσουμε την παρουσία τους. «Ευτυχώς» έχουμε και μέρος της ζωής που είναι online, και όλες οι κοινωνικές έρευνες δείχνουν ότι οι περισσότεροι χρήστες υπολογιστών τους χρησιμοποιούν για να μάθουν νέους, εναλλακτικούς τρόπους ζωής, να τους καταλάβουν οι άλλοι άνθρωποι, να μάθουν κάτι από αυτούς, αλλά και να αποκοπούν από τους υπόλοιπους, να δημιουργήσουν για τους εαυτούς τους αυτό που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ζώνη άνεσης». Δεν υπάρχουν ξένοι εκεί. Αν κάποιος διατυπώνει ιδέες που δεν μου αρέσουν προσωπικά, απλώς τον αφαιρώ από το δίκτυό μου.

Βρίσκομαι μόνο ανάμεσα σε ανθρώπους που επικροτούν κάθε μου λέξη. Είναι πολύ ευχάριστο, αλλά και πολύ επικίνδυνο, επειδή ξεχνάμε τις δεξιότητες που είναι απολύτως απαραίτητες στον offline κόσμο, σε αυτή την πολυπολιτισμική κατάσταση. Είμαστε όλοι δεμένοι μαζί, όμως το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε καν αρχίσει να αποκτάμε κοσμοπολίτικη συνείδηση. Αυτό σημαίνει να μη σκεφτόμαστε μόνο με όρους άμεσης εντοπιότητας και περιβάλλοντος, αλλά να αντιλαμβανόμαστε αυτές τις παγκόσμιες συνδέσεις που προσδιορίζουν τις συνθήκες υπό τις οποίες ζούμε.
Είναι λοιπόν αυτό κάτι που απλώς θα πάρει χρόνο, πρέπει να συνηθίσουμε στην ιδέα ότι είμαστε αλληλοεξαρτώμενοι, κι ότι μπορούμε να ζήσουμε πλάι-πλάι και να εξαρτόμαστε από τους γείτονές μας, ακόμα κι αν αυτοί είναι πολύ διαφορετικοί από μας; Γιατί δεν λειτουργεί αυτό ακόμα;

Γιατί δεν λειτουργεί; Πολύ καλή ερώτηση. Οι διαχωρισμοί και οι συγκρούσεις ανάμεσα στους λαούς είναι τόσο παλιοί όσο η ανθρωπότητα. Πάντα υπήρχε μια ανάμιξη των διαδικασιών της ενσωμάτωσης και του διαχωρισμού. Για πρώτη φορά βρισκόμαστε σε μια διαδικασία όπου θα πρέπει να κάνουμε το επόμενο βήμα στο δρόμο για την ενσωμάτωση χωρίς διαχωρισμό. Ο διαχωρισμός ήταν πάντα το εργαλείο της προσπάθειας για ενσωμάτωση. Αν ήθελες να ενώσεις ανθρώπους, έπρεπε να δείξεις τον κοινό εχθρό, τον κοινό Άλλο, ξένο, που είναι εναντίον μας, που πρέπει να προσέχουμε και να αμυνόμαστε εναντίον του. Το επόμενο βήμα όμως είναι ένα βήμα πιο κοντά σε ανθρώπους που βρίσκονται σε κοσμοπολίτικη κατάσταση. Και αυτό σημαίνει όλη την ανθρωπότητα. Κανείς εχθρός δεν έχει μείνει απέναντι στον οποίο να ενωθείς. Πρόκειται για μια νέα κατάσταση, δεν έχει δοκιμαστεί, δεν έχει εφαρμοστεί μέχρι τώρα, κι αυτό είναι που κάνει την παρούσα στιγμή τόσο, από τη μία, τρομακτική, από την άλλη, συναρπαστική, καταπληκτική. Υπάρχει μια κινεζική κατάρα, ίσως να την έχετε ακούσει, «σας εύχομαι να ζήσετε σε ενδιαφέροντες καιρούς». Αυτή η κατάρα είναι πολύ αληθινή αυτήν τη στιγμή και, όπως είπα, βραχυπρόθεσμα είμαι απαισιόδοξος. Βρισκόμαστε στην αρχή ενός πολύ μακριού δρόμου. Μακροπρόθεσμα όμως, εν γένει, εκτός από το μέλλον της ισραηλινοπαλαιστινιακής διένεξης, είμαι αισιόδοξος.


Με δεδομένη την τωρινή κατάσταση αβεβαιότητας και άγχους μέσα στην οποία ζουν οι νέοι σήμερα, χαίρεστε που ζήσατε στην εποχή που ζήσατε, αντί για την εποχή που έρχεται στο μέλλον;

Θυμάμαι τον μεγάλο Γερμανό ποιητή Βόλφγκανγκ Γκαίτε, έναν ρομαντικό ποιητή, που του είχαν κάνει μια παρόμοια ερώτηση. Αν είχε ζήσει μια ευτυχισμένη ζωή, τι πίστευε για τη ζωή του. Η απάντησή του ήταν «Ναι. Έζησα μια πολύ, πολύ ευτυχισμένη ζωή. Αλλά» πρόσθεσε αμέσως «δεν θυμάμαι ούτε μια ευτυχισμένη βδομάδα». Κι αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη σύγχρονη φιλοσοφία. Είναι μια προειδοποίηση για μας, που, επειδή μεγαλώσαμε με το μάρκετινγκ και τις διαφημίσεις, τους νέους πειρασμούς, τις προκλήσεις, τις νέες μόδες, θεωρούμε την ευτυχία ως μια σειρά από όλο και καλύτερες απολαύσεις. Κι αυτό που προτείνει ο Γκαίτε, που ήταν ένας πολύ σοφός άνθρωπος, όχι μόνο ένας μεγάλος ποιητής, είναι ότι η ευτυχία βρίσκεται στο να ξεπερνιέται η δυστυχία, τα προβλήματα.

 Σε ένα από τα ποιήματά του λέει ότι ο χειρότερος εφιάλτης είναι μια μακριά σειρά από ηλιόλουστες μέρες. Το αποτέλεσμα δεν είναι η ευτυχία, αλλά η πλήξη, η έλλειψη του ενθουσιασμού, η έλλειψη του σκοπού για να κυνηγήσει, για να αγωνιστεί κανείς, και ούτω καθεξής. Αυτό που είπε ο Γκαίτε ήταν μια προειδοποίηση για τους νέους. Μη νομίζετε ότι η ζωή σας είναι μια συλλογή από δώρα δίχως τέλος, διαλεγμένα από ένα κοντέινερ γεμάτο ευχάριστα αντικείμενα. Να σκέφτεστε τη ζωή σας ως έναν μακρύ αγώνα. Λύνετε ένα πρόβλημα, έρχεται ένα άλλο, και οι παρενέργειες είναι συχνά δυσάρεστες. Αυτό είναι λοιπόν, επαναλαμβάνω για τρίτη φορά, αυτό που με κάνει βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξο και μακροπρόθεσμα αισιόδοξο.
Share on Google Plus

About Unknown

    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου