Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι μία συμπεριφορική διαταραχή, που εμφανίζεται κυρίως στην παιδική ηλικία και μπορεί να επιδράσει αρνητικά σε διάφορους τομείς, όπως στην εκπαίδευση, στην παραγωγικότητα της εργασίας στους ενηλίκους και γενικότερα να οδηγήσει σε χαμηλότερη ποιότητα ζωής. Είναι μία από τις πιο διαδεδομένες νευρο-αναπτυξιακές νόσους και απαντάται στο 8-12% του παγκόσμιου παιδικού πληθυσμού. Η σαφής αιτιολογία που το προκαλεί είναι ακόμα άγνωστη, ωστόσο κάποιες τροφές όπως ορισμένα ψάρια και θαλασσινά, το μητρικό γάλα ή συστατικά τους όπως η ζάχαρη και τα λιπαρά οξέα, φαίνεται να συσχετίζονται θετικά ή αρνητικά με την εμφάνιση του συνδρόμου. Τα ψάρια είναι σημαντική πηγή ω-3 λιπαρών οξέων, τα οποία είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη του νευρικού συστήματος των εμβρύων. Ωστόσο, πολλά είδη λιπαρών ψαριών φέρουν υψηλές ποσότητες υδραργύρου, ο οποίος έχει ενοχοποιηθεί για το σύνδρομο ΔΕΠΥ στα παιδιά μετά τη γέννησή τους.
Παρ’ όλα αυτά η κατανάλωση ψαριού δεν θα πρέπει να αποκλείεται από τη διατροφή της εγκύου. Αρκετές έρευνες, οι οποίες συσχετίζουν την κατανάλωση ω-3 λιπαρών οξέων από τα ψάρια στην εγκυμοσύνη με τη γνωσιακή ανάπτυξη του παιδιού, λαμβάνοντας υπόψη και την έκθεση στον υδράργυρο, έχουν δείξει ότι οι ευεργετικές ιδιότητες των ψαριών κατά μέσο όρο υπερβαίνουν τις αρνητικές επιδράσεις από τα βαρέα μέταλλα. Συγκεκριμένα, τα παιδιά που προέρχονται από μητέρες με μέτρια κατανάλωση ψαριού φάνηκε να έχουν υψηλότερους δείκτες στα γνωσιακά τεστ από τα παιδιά μητέρων με χαμηλή κατανάλωση. Σύμφωνα με τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), εγκυμονούσες, γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία και παιδιά θα πρέπει να καταναλώνουν μέχρι 2 μερίδες (300γρ) ψαριού με χαμηλή περιεκτικότητα σε βαρέα μέταλλα την εβδομάδα, όπως ο σολωμός, ο μπακαλιάρος, το γατόψαρο και ο τόνος σε κονσέρβα.
Ο μητρικός θηλασμός στους πρώτους μήνες της ζωής είναι σημαντικός για τη νευρο-εγκεφαλική ανάπτυξη του νεογνού και πολλές έρευνες συσχετίζουν τη μικρή του διάρκεια και την έλλειψή του με την εμφάνιση ΔΕΠΥ και άλλων νευρο-ψυχιατρικών διαταραχών. Τα απαραίτητα- για το βρέφος θρεπτικά συστατικά του μητρικού γάλακτος όπως τα ακόρεστα λιπαρά οξέα, μπορούν να επηρεάσουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου και να ρυθμίσουν την εκδήλωση των συμπτωμάτων της διαταραχής.
Επίσης τα χαμηλά επίπεδα φερριτίνης που μπορεί να προκληθούν από ανεπάρκεια μητρικού θηλασμού μπορεί να καταστήσουν το παιδί πιο επιρρεπές στη ΔΕΠΥ. Αυτό οφείλεται στο σημαντικό ρόλο του σιδήρου στη δράση της ορμόνης ντοπαμίνης και ο οποίος βρίσκεται και απορροφάται σε μεγαλύτερες ποσότητες μέσω του μητρικού γάλακτος σε σχέση με τα τυποποιημένα βρεφικά γάλατα.
Η ζάχαρη, ενώ έχει ενοχοποιηθεί πολλές φορές για την πρόκληση ανησυχίας στα παιδιά, η μέχρι τώρα βιβλιογραφία δεν υποστηρίζει αυτή τη δράση. Παρό’λα αυτά φαίνεται πως τα παιδιά είναι πιο ευαίσθητα από τους ενήλικες στις επιπτώσεις της αντιδραστικής υπογλυκαιμίας (μείωση των επιπέδων σακχάρου του αίματος κάτω από τα φυσιολογικά), η οποία μπορεί να προκληθεί μετά από μεγάλη κατανάλωση ζάχαρης, με αρνητικές συνέπειες στη γνωσιακή και συμπεριφορική λειτουργία των παιδιών. Καλό είναι λοιπόν τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, όπως τα γλυκά, ή σε μορφή στην οποία τα απλά σάκχαρα απορροφώνται γρήγορα από το έντερο, όπως οι χυμοί, τα αναψυκτικά κλπ, να είναι σχετικά περιορισμένα, ειδικά σε παιδιά με διαγνωσμένο ΔΕΠΥ.
και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι μία συμπεριφορική διαταραχή, που εμφανίζεται κυρίως στην παιδική ηλικία και μπορεί να επιδράσει αρνητικά σε διάφορους τομείς, όπως στην εκπαίδευση, στην παραγωγικότητα της εργασίας στους ενηλίκους και γενικότερα να οδηγήσει σε χαμηλότερη ποιότητα ζωής. Είναι μία από τις πιο διαδεδομένες νευρο-αναπτυξιακές νόσους και απαντάται στο 8-12% του παγκόσμιου παιδικού πληθυσμού. Η σαφής αιτιολογία που το προκαλεί είναι ακόμα άγνωστη, ωστόσο κάποιες τροφές όπως ορισμένα ψάρια και θαλασσινά, το μητρικό γάλα ή συστατικά τους όπως η ζάχαρη και τα λιπαρά οξέα, φαίνεται να συσχετίζονται θετικά ή αρνητικά με την εμφάνιση του συνδρόμου. Τα ψάρια είναι σημαντική πηγή ω-3 λιπαρών οξέων, τα οποία είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη του νευρικού συστήματος των εμβρύων. Ωστόσο, πολλά είδη λιπαρών ψαριών φέρουν υψηλές ποσότητες υδραργύρου, ο οποίος έχει ενοχοποιηθεί για το σύνδρομο ΔΕΠΥ στα παιδιά μετά τη γέννησή τους. Παρ’ όλα αυτά η κατανάλωση ψαριού δεν θα πρέπει να αποκλείεται από τη διατροφή της εγκύου. Αρκετές έρευνες, οι οποίες συσχετίζουν την κατανάλωση ω-3 λιπαρών οξέων από τα ψάρια στην εγκυμοσύνη με τη γνωσιακή ανάπτυξη του παιδιού, λαμβάνοντας υπόψη και την έκθεση στον υδράργυρο, έχουν δείξει ότι οι ευεργετικές ιδιότητες των ψαριών κατά μέσο όρο υπερβαίνουν τις αρνητικές επιδράσεις από τα βαρέα μέταλλα. Συγκεκριμένα, τα παιδιά που προέρχονται από μητέρες με μέτρια κατανάλωση ψαριού φάνηκε να έχουν υψηλότερους δείκτες στα γνωσιακά τεστ από τα παιδιά μητέρων με χαμηλή κατανάλωση. Σύμφωνα με τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), εγκυμονούσες, γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία και παιδιά θα πρέπει να καταναλώνουν μέχρι 2 μερίδες (300γρ) ψαριού με χαμηλή περιεκτικότητα σε βαρέα μέταλλα την εβδομάδα, όπως ο σολωμός, ο μπακαλιάρος, το γατόψαρο και ο τόνος σε κονσέρβα.
Ο μητρικός θηλασμός στους πρώτους μήνες της ζωής είναι σημαντικός για τη νευρο-εγκεφαλική ανάπτυξη του νεογνού και πολλές έρευνες συσχετίζουν τη μικρή του διάρκεια και την έλλειψή του με την εμφάνιση ΔΕΠΥ και άλλων νευρο-ψυχιατρικών διαταραχών. Τα απαραίτητα- για το βρέφος θρεπτικά συστατικά του μητρικού γάλακτος όπως τα ακόρεστα λιπαρά οξέα, μπορούν να επηρεάσουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου και να ρυθμίσουν την εκδήλωση των συμπτωμάτων της διαταραχής. Επίσης τα χαμηλά επίπεδα φερριτίνης που μπορεί να προκληθούν από ανεπάρκεια μητρικού θηλασμού μπορεί να καταστήσουν το παιδί πιο επιρρεπές στη ΔΕΠΥ. Αυτό οφείλεται στο σημαντικό ρόλο του σιδήρου στη δράση της ορμόνης ντοπαμίνης και ο οποίος βρίσκεται και απορροφάται σε μεγαλύτερες ποσότητες μέσω του μητρικού γάλακτος σε σχέση με τα τυποποιημένα βρεφικά γάλατα.
Η ζάχαρη, ενώ έχει ενοχοποιηθεί πολλές φορές για την πρόκληση ανησυχίας στα παιδιά, η μέχρι τώρα βιβλιογραφία δεν υποστηρίζει αυτή τη δράση. Παρό’λα αυτά φαίνεται πως τα παιδιά είναι πιο ευαίσθητα από τους ενήλικες στις επιπτώσεις της αντιδραστικής υπογλυκαιμίας (μείωση των επιπέδων σακχάρου του αίματος κάτω από τα φυσιολογικά), η οποία μπορεί να προκληθεί μετά από μεγάλη κατανάλωση ζάχαρης, με αρνητικές συνέπειες στη γνωσιακή και συμπεριφορική λειτουργία των παιδιών. Καλό είναι λοιπόν τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, όπως τα γλυκά, ή σε μορφή στην οποία τα απλά σάκχαρα απορροφώνται γρήγορα από το έντερο, όπως οι χυμοί, τα αναψυκτικά κλπ, να είναι σχετικά περιορισμένα, ειδικά σε παιδιά με διαγνωσμένο ΔΕΠΥ.
Παρ’ όλα αυτά η κατανάλωση ψαριού δεν θα πρέπει να αποκλείεται από τη διατροφή της εγκύου. Αρκετές έρευνες, οι οποίες συσχετίζουν την κατανάλωση ω-3 λιπαρών οξέων από τα ψάρια στην εγκυμοσύνη με τη γνωσιακή ανάπτυξη του παιδιού, λαμβάνοντας υπόψη και την έκθεση στον υδράργυρο, έχουν δείξει ότι οι ευεργετικές ιδιότητες των ψαριών κατά μέσο όρο υπερβαίνουν τις αρνητικές επιδράσεις από τα βαρέα μέταλλα. Συγκεκριμένα, τα παιδιά που προέρχονται από μητέρες με μέτρια κατανάλωση ψαριού φάνηκε να έχουν υψηλότερους δείκτες στα γνωσιακά τεστ από τα παιδιά μητέρων με χαμηλή κατανάλωση. Σύμφωνα με τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), εγκυμονούσες, γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία και παιδιά θα πρέπει να καταναλώνουν μέχρι 2 μερίδες (300γρ) ψαριού με χαμηλή περιεκτικότητα σε βαρέα μέταλλα την εβδομάδα, όπως ο σολωμός, ο μπακαλιάρος, το γατόψαρο και ο τόνος σε κονσέρβα.
Ο μητρικός θηλασμός στους πρώτους μήνες της ζωής είναι σημαντικός για τη νευρο-εγκεφαλική ανάπτυξη του νεογνού και πολλές έρευνες συσχετίζουν τη μικρή του διάρκεια και την έλλειψή του με την εμφάνιση ΔΕΠΥ και άλλων νευρο-ψυχιατρικών διαταραχών. Τα απαραίτητα- για το βρέφος θρεπτικά συστατικά του μητρικού γάλακτος όπως τα ακόρεστα λιπαρά οξέα, μπορούν να επηρεάσουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου και να ρυθμίσουν την εκδήλωση των συμπτωμάτων της διαταραχής.
Επίσης τα χαμηλά επίπεδα φερριτίνης που μπορεί να προκληθούν από ανεπάρκεια μητρικού θηλασμού μπορεί να καταστήσουν το παιδί πιο επιρρεπές στη ΔΕΠΥ. Αυτό οφείλεται στο σημαντικό ρόλο του σιδήρου στη δράση της ορμόνης ντοπαμίνης και ο οποίος βρίσκεται και απορροφάται σε μεγαλύτερες ποσότητες μέσω του μητρικού γάλακτος σε σχέση με τα τυποποιημένα βρεφικά γάλατα.
Η ζάχαρη, ενώ έχει ενοχοποιηθεί πολλές φορές για την πρόκληση ανησυχίας στα παιδιά, η μέχρι τώρα βιβλιογραφία δεν υποστηρίζει αυτή τη δράση. Παρό’λα αυτά φαίνεται πως τα παιδιά είναι πιο ευαίσθητα από τους ενήλικες στις επιπτώσεις της αντιδραστικής υπογλυκαιμίας (μείωση των επιπέδων σακχάρου του αίματος κάτω από τα φυσιολογικά), η οποία μπορεί να προκληθεί μετά από μεγάλη κατανάλωση ζάχαρης, με αρνητικές συνέπειες στη γνωσιακή και συμπεριφορική λειτουργία των παιδιών. Καλό είναι λοιπόν τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, όπως τα γλυκά, ή σε μορφή στην οποία τα απλά σάκχαρα απορροφώνται γρήγορα από το έντερο, όπως οι χυμοί, τα αναψυκτικά κλπ, να είναι σχετικά περιορισμένα, ειδικά σε παιδιά με διαγνωσμένο ΔΕΠΥ.
και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι μία συμπεριφορική διαταραχή, που εμφανίζεται κυρίως στην παιδική ηλικία και μπορεί να επιδράσει αρνητικά σε διάφορους τομείς, όπως στην εκπαίδευση, στην παραγωγικότητα της εργασίας στους ενηλίκους και γενικότερα να οδηγήσει σε χαμηλότερη ποιότητα ζωής. Είναι μία από τις πιο διαδεδομένες νευρο-αναπτυξιακές νόσους και απαντάται στο 8-12% του παγκόσμιου παιδικού πληθυσμού. Η σαφής αιτιολογία που το προκαλεί είναι ακόμα άγνωστη, ωστόσο κάποιες τροφές όπως ορισμένα ψάρια και θαλασσινά, το μητρικό γάλα ή συστατικά τους όπως η ζάχαρη και τα λιπαρά οξέα, φαίνεται να συσχετίζονται θετικά ή αρνητικά με την εμφάνιση του συνδρόμου. Τα ψάρια είναι σημαντική πηγή ω-3 λιπαρών οξέων, τα οποία είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη του νευρικού συστήματος των εμβρύων. Ωστόσο, πολλά είδη λιπαρών ψαριών φέρουν υψηλές ποσότητες υδραργύρου, ο οποίος έχει ενοχοποιηθεί για το σύνδρομο ΔΕΠΥ στα παιδιά μετά τη γέννησή τους. Παρ’ όλα αυτά η κατανάλωση ψαριού δεν θα πρέπει να αποκλείεται από τη διατροφή της εγκύου. Αρκετές έρευνες, οι οποίες συσχετίζουν την κατανάλωση ω-3 λιπαρών οξέων από τα ψάρια στην εγκυμοσύνη με τη γνωσιακή ανάπτυξη του παιδιού, λαμβάνοντας υπόψη και την έκθεση στον υδράργυρο, έχουν δείξει ότι οι ευεργετικές ιδιότητες των ψαριών κατά μέσο όρο υπερβαίνουν τις αρνητικές επιδράσεις από τα βαρέα μέταλλα. Συγκεκριμένα, τα παιδιά που προέρχονται από μητέρες με μέτρια κατανάλωση ψαριού φάνηκε να έχουν υψηλότερους δείκτες στα γνωσιακά τεστ από τα παιδιά μητέρων με χαμηλή κατανάλωση. Σύμφωνα με τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), εγκυμονούσες, γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία και παιδιά θα πρέπει να καταναλώνουν μέχρι 2 μερίδες (300γρ) ψαριού με χαμηλή περιεκτικότητα σε βαρέα μέταλλα την εβδομάδα, όπως ο σολωμός, ο μπακαλιάρος, το γατόψαρο και ο τόνος σε κονσέρβα.
Ο μητρικός θηλασμός στους πρώτους μήνες της ζωής είναι σημαντικός για τη νευρο-εγκεφαλική ανάπτυξη του νεογνού και πολλές έρευνες συσχετίζουν τη μικρή του διάρκεια και την έλλειψή του με την εμφάνιση ΔΕΠΥ και άλλων νευρο-ψυχιατρικών διαταραχών. Τα απαραίτητα- για το βρέφος θρεπτικά συστατικά του μητρικού γάλακτος όπως τα ακόρεστα λιπαρά οξέα, μπορούν να επηρεάσουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου και να ρυθμίσουν την εκδήλωση των συμπτωμάτων της διαταραχής. Επίσης τα χαμηλά επίπεδα φερριτίνης που μπορεί να προκληθούν από ανεπάρκεια μητρικού θηλασμού μπορεί να καταστήσουν το παιδί πιο επιρρεπές στη ΔΕΠΥ. Αυτό οφείλεται στο σημαντικό ρόλο του σιδήρου στη δράση της ορμόνης ντοπαμίνης και ο οποίος βρίσκεται και απορροφάται σε μεγαλύτερες ποσότητες μέσω του μητρικού γάλακτος σε σχέση με τα τυποποιημένα βρεφικά γάλατα.
Η ζάχαρη, ενώ έχει ενοχοποιηθεί πολλές φορές για την πρόκληση ανησυχίας στα παιδιά, η μέχρι τώρα βιβλιογραφία δεν υποστηρίζει αυτή τη δράση. Παρό’λα αυτά φαίνεται πως τα παιδιά είναι πιο ευαίσθητα από τους ενήλικες στις επιπτώσεις της αντιδραστικής υπογλυκαιμίας (μείωση των επιπέδων σακχάρου του αίματος κάτω από τα φυσιολογικά), η οποία μπορεί να προκληθεί μετά από μεγάλη κατανάλωση ζάχαρης, με αρνητικές συνέπειες στη γνωσιακή και συμπεριφορική λειτουργία των παιδιών. Καλό είναι λοιπόν τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, όπως τα γλυκά, ή σε μορφή στην οποία τα απλά σάκχαρα απορροφώνται γρήγορα από το έντερο, όπως οι χυμοί, τα αναψυκτικά κλπ, να είναι σχετικά περιορισμένα, ειδικά σε παιδιά με διαγνωσμένο ΔΕΠΥ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου